Τα βάσανα και ο πόνος συνοδεύουν τον άνθρωπο από την αρχή της ύπαρξής του στη γη. Αυτό ήταν και παραμένει ένα από τα σημαντικότερα υπαρξιακά προβλήματα που συνεχίζουν να προβληματίζουν τον ανθρώπινο νου. Οι άνθρωποι ανέκαθεν αναζητούσαν ικανοποιητικές απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα της ζωής όπως ο πόνος, το καλό, το κακό, ο θάνατος και ούτω καθεξής. Το θέμα των βασάνων έχει απασχολήσει διάφορες θρησκείες και φιλοσοφικές σχολές, ωστόσο, η ανθρωπότητα εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιέξοδο, επειδή ο άνθρωπος αρνείται να κατανοήσει και να αποδεχτεί τον πόνο και τα βάσανα.
Η Αγία Γραφή μας λέει ότι ο πρώτος άνθρωπος αντιμετώπισε πόνο από τη στιγμή που έφυγε από τον Παράδεισο. Ο Θεός είπε στον Αδάμ: «Ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου» (Γέν. 3: 19). Το θέμα του πόνου το θέτει επανειλημμένα η Παλαιά Διαθήκη. Σε αυτό είναι αφιερωμένο και ολόκληρο το βιβλίο του Ιώβ που πήρε το όνομά του από τον πολύπαθο Ιώβ. Η κυρίαρχη νοοτροπία στους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης βασιζόταν στην ανταμοιβή και την τιμωρία, όπου τα βάσανα θεωρούνταν τιμωρία για τις αμαρτίες. Οι άνθρωποι πάντα προσπαθούσαν να επιλύσουν το πολύπλοκο ζήτημα του πόνου, προσπαθούσαν να εξηγήσουν την πηγή του, πώς να τον προσεγγίσουν και πώς να τον εξαλείψουν. Παρ’ όλα αυτά, ο πόνος και τα βάσανα συνεχίζουν να υπάρχουν στη ζωή του ανθρώπου.
Μόνο ο Χριστός δεν έδωσε λογική απάντηση σε αυτό το πρόβλημα ούτε συνδύασε τον πόνο με τις αμαρτίες: «Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ' ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Ιω. 9: 2-3). Και αποκατέστησε την όρασή του. Η απάντηση του Χριστού στα βάσανα αυτού του ανθρώπου και στην ερώτηση των μαθητών ήταν υπαρξιακή και πρακτική. Θεράπευε αρρώστους, καθάριζε λεπρούς, άνοιγε τα μάτια των τυφλών, σήκωνε παράλυτους, ανάσταινε νεκρούς και έδινε τροφή στους πεινασμένους.
Πόσο γλυκό είναι να διαβάζει κανείς τις φράσεις που επαναλαμβάνονται στα Ευαγγέλια: «Καὶ ἐξελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν ὄχλον καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς, ὅτι ἦσαν ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα, καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς πολλά» (Μκ. 6:34). «᾿Ιδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐρριμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα» (Μτ. 9:36). «Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς σπλαγχνισθείς, ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἥψατο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· θέλω, καθαρίσθητι» (Μκ. 1:41). «Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι» (Λκ. 7:13).
Για δύο χιλιετίες, θεολόγοι και εκκλησιαστικοί συγγραφείς εξέταζαν επιμελώς το πρόβλημα του πόνου και των βασάνων και έδιναν απαντήσεις. Ο πόνος συνδέεται και είναι συνυφασμένος με τον πεπτωκότα κόσμο στον οποίο ζούμε. Συνοδεύει την ανθρωπότητα από τότε που ο Αδάμ έφυγε από τον ουράνιο παράδεισο. Ωστόσο, η καλύτερη απάντηση των χριστιανών σε αυτό το πρόβλημα είναι να ακολουθούν το παράδειγμα του Διδασκάλου τους, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Στη γη που ζούμε δεν είμαστε στον παράδεισο. Ωστόσο, ο άνθρωπος δημιουργήθηκε γι’ αυτόν, και στόχος μας είναι να τον αναζητούμε και να επιστρέψουμε σε αυτόν.
Η Σταύρωση, τμήμα τοιχογραφίας, 14ος αιώνας.
Ως χριστιανοί γνωρίζουμε ότι η Βασιλεία των Ουρανών δεν θα επιτευχθεί εδώ, αλλά στη μέλλουσα αιώνια ζωή. Ωστόσο, ως ακόλουθοι του Διδασκάλου μας, πρέπει να φέρνουμε τη χαρά αυτής της Βασιλείας σε αυτόν τον κόσμο: να στηρίζουμε τους δεινοπαθούντες, να παρηγορούμε τους θλιμμένους, να ξεδιψάμε τους διψασμένους, να δίνουμε τροφή στους πεινασμένους, ελπίδα στους απελπισμένους, να αποκαθιστούμε τα γκρεμισμένα, να επαναφέρουμε τη χαρά σε όσους την έχουν χάσει. Αποστολή μας δεν είναι να καταδικάζουμε τον πάσχοντα, αλλά να ανακουφίζουμε τον πόνο του. Πρέπει να ξεχωρίζουμε τους δεινοπαθούντες από τα βάσανά τους, τους ασθενείς από τις ασθένειές τους, τους αμαρτωλούς από τις αμαρτίες τους. Πρέπει να αποδεχόμαστε τους μεν και να αγωνιζόμαστε για την εξάλειψη των δε.
=Αποστολή μας δεν είναι να καταδικάζουμε τον πάσχοντα, αλλά να ανακουφίζουμε τον πόνο του=
Αυτό δε σημαίνει ότι στον χριστιανισμό δεν υπάρχει ορθολογική ή θεολογική απάντηση στο πρόβλημα του πόνου και των βασάνων. Ωστόσο, η πιο σημαντική απάντηση είναι να ακολουθούμε τα βήματα του Διδασκάλου μας, του Ιησού Χριστού, φροντίζοντας τις πληγές εκείνων που υποφέρουν, ανακατευθύνοντας τον πόνο τους προς τη σωτηρία. Ζούμε στον πεπτωκότα κόσμο όπου ο πόνος είναι αναπόφευκτος και είναι καλύτερο να τον βλέπουμε μέσα από το πρίσμα του αγαθού και να αντλούμε σωτηρία και παρηγοριά από αυτόν. Μη σταματάτε να εξετάζετε τις αιτίες του, αλλά αναζητήστε τρόπους για να τις παρακάμψετε. Το ερώτημα «γιατί» είναι αναπόφευκτο, αλλά το ερώτημα «πώς» είναι πιο σημαντικό και χρήσιμο. Μην επιδιώκετε τον πόνο. Οι χριστιανοί δεν τον επιδιώκουν, ούτε αυτόν ούτε τη θλίψη. Επιδιώκουν τη ζωή: «Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν» (Ιω. 10:10).
Ψηφιδωτά στη Βασιλική του Αγίου Κλήμεντος, Ρώμη
Οι χριστιανοί υπομένουν τα βάσανα στο όνομα του Χριστού και αντλούν από τον Σταυρό Του τη δύναμη και την ελπίδα που θα τους οδηγήσει στην Ανάσταση. Με αυτόν τον τρόπο οι άγιοι υπέμεναν τα βάσανά τους και αγίαζαν τις ζωές τους. Όποιος αγαπάει τον Θεό μπορεί να τα μετατρέψει σε καλό και σωτηρία. Πολλοί άνθρωποι έχουν βρει τη σωτηρία τους υπομένοντας τον πόνο και τα βάσανα και παύοντας να κάνουν κακές πράξεις. Θυμάμαι έναν συγγενή που ήταν πολύ περήφανος για τον εαυτό του και τα επιτεύγματά του στην επιστήμη. Πριν πεθάνει, υπέφερε για μεγάλο χρονικό διάστημα από μια βαριά ασθένεια και πόνο. Λίγο πριν πεθάνει μου είπε: «Σε αυτό το κρεβάτι μαθαίνεις την έννοια του εξαγνισμού και της καθαρότητας». Τα λόγια του με άφησαν άναυδο και δόξασα τον Θεό που ξέρει πώς να προσελκύει κάθε άνθρωπο στην Αιώνια Βασιλεία Του. Αν πιστεύουμε πραγματικά στην αιώνια ζωή, αναγνωρίζουμε την ασημαντότητα των όποιων επίγειων βασάνων αυτής της ζωής υπό το φως της επερχόμενης χαράς της Βασιλείας των Ουρανών. Αμήν.