Το στρατιωτικό νοσοκομείο είναι ισχυρότατο πνευματικό σχολείο για έναν ιερέα. Σε αυτό ο ιερέας δεν μαθαίνει τίποτα καινούργιο. Όμως, οι αλήθειες που γνωρίζει από την παιδική του ηλικία ή από την Ιερατική Σχολή, εδώ ακριβώς, στο νοσοκομείο, αποκτούν εκείνη τη δύναμη που, όπως το ρεύμα του απινιδωτή, σπάει την απολιθωμένη καρδιά και την κάνει να ξαναζωντανέψει.
Πρόσφατα, βρέθηκα στη μονάδα εντατικής θεραπείας για να κοινωνήσω έναν άνθρωπο. Διάβασα την προβλεπόμενη ακολουθία. Ήταν προφανές ότι ο ασθενής προσευχόταν μαζί μου πολύ ειλικρινά. Τον κοινώνησα και όταν άρχισα να μαζεύω τα πράγματα στη βαλίτσα μου, ξαφνικά αυτός έπιασε το χέρι μου και άρχισε να κλαίει. Στα μάτια του υπήρχε φόβος. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Αλλά το βλέμμα του ζητούσε μόνο ένα πράγμα: να μην τον αφήσω. Ο ιερέας που τον επισκέφτηκε ήταν η ελπίδα του ότι όλη αυτή η φρίκη που του συνέβαινε θα σταματούσε, ότι ο θάνατος θα έφευγε από τον ορίζοντα και ότι η ζωή θα έμπαινε και πάλι στους ρυθμούς της. Ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβαινε κάτι τέτοιο, και τα έχασα κάπως. Εκείνος έσφιγγε το δικό μου χέρι και εγώ έσφιγγα το δικό του. Τα όσα συνέβαιναν τα συνόδευε απόλυτη σιωπή που διακόπτονταν μόνο από το κλάμα του. Έτσι πέρασαν περίπου πέντε λεπτά. Κάποιες στιγμές μου φαινόταν ότι σταματούσε να μου σφίγγει το χέρι, και τότε προσπαθούσα να το πάρω, αλλά εκείνος άρχιζε να το σφίγγει ξανά με όλη του τη δύναμη. Όλο αυτό ήταν πολύ επώδυνο, επειδή δεν ήξερα πώς να τον βοηθήσω. Και ξαφνικά, χωρίς να καταλάβω πώς έγινε αυτό, του είπα με φωνή βεβαιότητας: «Όλα θα πάνε καλά!» Και αυτά τα απλά λόγια τα άκουσε. Το κλάμα σταμάτησε. Ένιωσα ότι αυτά δεν ήταν λόγια τυπικής παρηγοριάς: ο Θεός μέσω του ιερέα ήρθε στη μονάδα εντατικής θεραπείας και μέσω όσων είπε ο ιερέας έδωσε στον άνθρωπο ελπίδα, ακριβώς την ώρα που αυτή είχε στερέψει εντελώς στην ψυχή του.
Θα ήθελα να διηγηθώ μια άλλη περίπτωση. Κοινωνούσα έναν πολύ νεαρό άνδρα που έπασχε από καρκίνο του αίματος. Καθώς έφευγα από το δωμάτιο, μου φώναξε: «Πάτερ!» «Ναι», του απάντησα. «Ήθελα να σας ρωτήσω: με κοινωνήσατε και θα φύγετε τώρα, αλλά θα προσεύχεστε για μένα, έτσι δεν είναι;». Ίσως αυτά τα λόγια, γραμμένα όπως είναι εδώ, να μην αποδίδουν στην πληρότητά τους την ισχύ τους. Αλλά στην ερώτηση που μου έκανε υπήρχε κρίση: το «ναι» σήμαινε θα ζήσω· το «όχι» σήμαινε θα πεθάνω. Και εδώ πάλι ο Θεός, μέσω του ιερέα, έφερε την ελπίδα στον άνθρωπο: «Μην αμφιβάλλεις, φυσικά και θα προσεύχομαι!» Και ήταν αμέσως φανερό από τα μάτια του νεαρού ότι η ελπίδα είχε επιστρέψει στην ψυχή του.
Μια μέρα περπατούσα στο διάδρομο και κάποιος μου φώναξε: «Πάτερ, έχω μεγάλη ανάγκη να σας μιλήσω!» Γύρισα και είδα έναν άνδρα που κινούνταν με μεγάλη δυσκολία.
Πήγα κοντά του και του είπα: «Θέλετε να με ρωτήσετε κάτι;» – μια και τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι πλησιάζουν τον ιερέα, όταν θέλουν να ρωτήσουν κάτι. Όμως, η απάντηση που έλαβα ήταν εντελώς απροσδόκητη: «Πάτερ, όχι, θα ήθελα να μοιραστώ κάτι μαζί σας». Έκπληκτος, απάντησα: «Ναι, ακούω με προσοχή». – «Ξέρετε, τώρα κατάλαβα ποιο είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή!» - «Και ποιο είναι αυτό;» – ρώτησα ενθουσιασμένος. «Το πιο σημαντικό πράγμα είναι να μάθεις να ευχαριστείς τον Θεό!»
Τα λόγια αυτά μου ακούστηκαν ως μια μόλις αποκαλυφθείσα αλήθεια. Τον κοίταζα σιωπηλά, δάκρυζα και ένιωθα την απόλυτη ασημαντότητά μου μπροστά του. «Παππούλη, Τον ευχαριστώ που με δίδαξε να ευγνωμονώ!» Ο άνδρας με δυσκολία κρατιόταν στα πόδια του. Μιλούσε σχεδόν ψιθυριστά. Ήταν φανερό ότι δεν είχε καθόλου δυνάμεις στο σώμα του. Και αυτός είχε έρθει σε μένα (αυτός σε μένα, όχι εγώ σε εκείνον) ώστε, προσγειώνοντάς με από τα ύψη αίσθησης της σπουδαιότητας του σχήματός μου, να με διδάξει να ευγνωμονώ...
Φυσικά, μπορούμε να συζητάμε ατέλειωτα για τη διακονία του ιερέα στα νοσοκομεία και την εμπειρία που αποκτά σε αυτά. Και ίσως μπορέσω να μοιραστώ μερικές ακόμη σκέψεις μου. Θα ήθελα όμως να πω ότι το νοσοκομείο είναι ένα σχολείο ζωής, και ότι όσοι βρίσκονται εκεί είναι μαθητές: τόσο εκείνοι που βρίσκονται σε νοσοκομειακή κλίνη λόγω διαφόρων περιστάσεων, όσο και αυτοί που έχουν πάει σε αυτό για να μαρτυρήσουν την πίστη του Χριστού στο μέτρο των δυνατοτήτων τους.