Οι Όσιοι Νίκων και Ισαάκιος σε τοιχογραφία στην είσοδο της Μονής Όπτινα Φωτογραφία: optina. ru
Πολλοί άνθρωποι, ακόμα και αυτοί που δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με την Εκκλησία, γνωρίζουν την προσευχή των γερόντων της Όπτινα και κατά καιρούς καταφεύγουν σε αυτήν. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας συχνά την συμπεριλαμβάνουν στον καθημερινό κανόνα προσευχής τους, επειδή αυτή η προσευχή εκφράζει με περιεκτικότητα και σαφήνεια τις σκέψεις και τα συναισθήματα με τα οποία ο πιστός υποδέχεται τη νέα ημέρα. Πότε εμφανίστηκε αυτή η προσευχή; Έχει συγγραφέα; Το περιοδικό «Ο Θωμάς» προσπάθησε να βρει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.
Σπάνιο προσευχητάριο σήμερα δεν περιέχει την προσευχή των γερόντων της Όπτινα. Παρ’ όλα αυτά, δεν θα ήταν περιττό να υπενθυμίσουμε για άλλη μια φορά ποια είναι:
«Κύριε, βοήθησέ με να αντιμετωπίσω με ψυχική γαλήνη όλα όσα θα μου φέρει η σημερινή ημέρα. Βοήθησέ με να παραδοθώ ολοκληρωτικά στο άγιο θέλημά Σου. Στην κάθε ώρα της ημέρας φώτιζέ με και δυνάμωνέ με για το κάθε τι. Όποιες ειδήσεις κι αν λάβω σήμερα, δίδαξέ με να τις δεχθώ με ηρεμία και με την ακλόνητη πεποίθηση ότι τίποτα δε συμβαίνει χωρίς να το επιτρέψεις Εσύ. Καθοδήγησε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου σε όλα μου τα έργα και τα λόγια. Στις απρόοπτες περιστάσεις μη με αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από Σένα. Δίδαξέ με να συμπεριφέρομαι σε κάθε μέλος της οικογένειάς μου και σε όλους τους συνανθρώπους μου με ευθύτητα και σύνεση, ώστε να μην ταράξω και να μην στενοχωρήσω κανένα. Κύριε, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο και τα γεγονότα της ημέρας αυτής σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξέ με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να ελπίζω, να υπομένω, να συγχωρώ και να αγαπώ. Αμήν».
Το κείμενο αυτής της προσευχής είναι εύκολο να το βρει κανείς. Πολύ πιο δύσκολο είναι να ανακαλύψει πώς προέκυψε και ποιος ακριβώς από τους γέροντες της Ιεράς Σταυροπηγιακής ανδρώας Μονής των Εισοδίων της Θεοτόκου «Η Έρημος της Όπτινα» είναι ο συντάκτης της.
Η βασική εκδοχή
Υπάρχει παράδοση σύμφωνα με την οποία το κεντρικό μέρος αυτής της προσευχής το συνέθεσε ο πιο διάσημος από τους γέροντες της Οπτίνα, ο Όσιος Αμβρόσιος (Γκρένκοφ). Αυτό μάλιστα αναφέρεται και σε ορισμένες εκδοχές του βίου του. Άλλοι γέροντες που έζησαν μετά από αυτόν έκαναν τις δικές τους συμπληρώσεις στην προσευχή, προσθέτοντας μια λέξη ή μια γραμμή κάθε φορά, σύμφωνα με την παράδοση αυτή, και έτσι διαμορφώθηκε η προσευχή που διαβάζουμε σήμερα.
Η εναλλακτική εκδοχή
Υπάρχει και μια άλλη άποψη: σύμφωνα με αυτήν, η προσευχή αυτή συντάχθηκε από τους τελευταίους γέροντες της Ερήμου της Όπτινα, που έζησαν στο μοναστήρι λίγο πριν και αμέσως μετά το κλείσιμό του, το 1923, συγκεκριμένα τους Οσίους Ιωσήφ (Λιτόφκιν, εκοιμήθη το 1911), Βαρσανούφιο (Πλιχανκόφ, εκοιμήθη το 1913), Ανατόλιο (Ποτάποφ, εκοιμήθη το 1922), Νεκτάριο (Τίχονοφ, εκοιμήθη το 1928) και άλλους.
Και ποια είναι η πραγματικότητα;
Αποδεικνύεται ότι η συμμετοχή των γερόντων της Όπτινα στη συγγραφή της προσευχής είναι αρκετά σχετική.
Υπάρχουν προσευχές που, όπως όλα δείχνουν, όντως καταγράφηκαν από διάφορους ασκητές της Όπτινα (όπως, για παράδειγμα, η προσευχή μητέρας για τα παιδιά της που συνέθεσε ο Όσιος Αμβρόσιος). Αυτό όμως δεν ισχύει για την προσευχή των γερόντων της Όπτινα.
Όπως ανέφερε στο περιοδικό «Ο Θωμάς» ο υπάλληλος του Γραφείου και ξεναγός της Ιεράς Σταυροπηγιακής ανδρώας Μονής των Εισοδίων της Θεοτόκου «Η Έρημος της Όπτινα» ο ιερομόναχος Ισαάκιος (Γκούσεφ): «Οι γέροντες δεν είχαν συγκεντρωθεί ποτέ για να συνθέσουν αυτήν την προσευχή, και δεν μπορούσαν κιόλας να το κάνουν. Αυτή η προσευχή πήρε την σημερινή της ονομασία στο περιβάλλον των πιστών που ευλαβούνταν τους γέροντες της Όπτινα, ιδιαίτερα τους τελευταίους από αυτούς, δηλαδή όχι μόνο τους γέροντες της Όπτινα που έχουν αγιοκαταταχθεί, αλλά και πολλούς άλλους μοναχούς της Όπτινα, οι οποίοι μετά την κατάργηση της Μονής ζούσαν σε διάφορα μέρη της Περιφέρειας Καλούγκα και της περιοχής Κοζέλσκ. Εκεί υπέμεναν τις θλίψεις, τις στερήσεις και τους κινδύνους, ταυτόχρονα όμως διατηρούσαν τον ανεκτίμητο πνευματικό θησαυρό: τις παραδόσεις της πνευματικής καθοδήγησης».
Τέτοιοι εξόριστοι μοναχοί ήταν, συγκεκριμένα, ο τελευταίος καθηγούμενος της Μονής Όπτινα Όσιος Ισαάκιος (Μπομπρακόφ) και ο Όσιος Νίκων (Μπελιάεφ). Από τις αρχές του 1918, όταν το μοναστήρι «ανακηρύχθηκε» επίσημα σε αγροτικό συνεταιρισμό, αυτοί εξακολουθούσαν να δέχονται τους πιστούς, να εξομολογούν και να λειτουργούν. Πέντε χρόνια αργότερα, με την οριστική κατάργηση του μοναστηριού και των εκκλησιών του, συνέχισαν να καθοδηγούν τα πνευματικά τους παιδιά στις ανοιχτές ακόμα εκκλησίες του Κοζέλσκ, μέχρι την σύλληψή τους.
Ο Όσιος Νίκων (Μπελιάεφ) Πολλοί άνθρωποι εκείνα τα χρόνια αναζητούσαν την επικοινωνία με τους γέροντες της Όπτινα, ζητούσαν από αυτούς πνευματική υποστήριξη και παρηγοριά.
«Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς μια περίπτωση», συνεχίζει ο πατήρ Ισαάκιος, «στην οποία ένας άνθρωπος να πλησιάζει τον ιερέα, να του ξεχύνει τη μεγάλη του θλίψη και να τον ρωτάει πώς να προσεύχεται. Προσευχητάρια δεν υπάρχουν, ούτε βιβλία, αλλά και ο άνθρωπος που ρωτάει είναι αγράμματος. Τι μπορεί να κάνει ο ιερέας; Δεν του μένει τίποτε άλλο παρά να προσφέρει στον άτυχο αυτό άνθρωπο μερικές σύντομες προσευχητικές αιτήσεις προς τον Θεό, απλές αλλά άκρως απαραίτητες για την ανθρώπινη ψυχή κατά την περίοδο των σκληρών δοκιμασιών. Εκείνη την εποχή, πολλοί άνθρωποι, που κρατούνταν στις φυλακές, μπορούσαν να προσεύχονται μόνο με δικά τους λόγια, διατηρώντας όμως το σωστό πνεύμα και το νόημα της προσευχής. Κάπως έτσι προέκυψε η “προσευχή των γερόντων της Όπτινα”».
Είναι πολύ πιθανό οι συγκεκριμένες λέξεις να επιλέχθηκαν και να συγκεντρώθηκαν σε ένα ενιαίο κείμενο από τα πνευματικά τέκνα των εκδιωχθέντων μοναχών της Όπτινα. Αλλά το νόημα και το πνεύμα της προσευχής προήλθε αναμφίβολα από αυτούς τους μοναχούς. Επιπλέον, οι γέροντες ήταν πιθανότατα εξοικειωμένοι με το κείμενο αυτής της προσευχής και ευλογούσαν τα τέκνα τους να το χρησιμοποιούν και να το διαδίδουν περαιτέρω.
Προφανώς, στη διάρκεια της σοβιετικής εποχής η προσευχή αυτή μπορούσε να κυκλοφορεί μεταξύ των πιστών μόνο σε χειρόγραφη μορφή. Μερικές φορές απλώς την μάθαιναν απ’ έξω. Και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι με την πάροδο του χρόνου μπορεί να υπήρξαν κάποιες διαφοροποιήσεις και παραλλαγές στο κείμενο. Μέχρι σήμερα η προσευχή αυτή υπάρχει σε διάφορες εκδοχές, συμπεριλαμβανομένης μιας εκτενέστερης από αυτήν που παραθέσαμε στην αρχή του άρθρου. Αλλά στις συνθήκες σκληρού διωγμού δεν ήταν απαραίτητη η κατά λέξη αναπαραγωγή της. «Μπορούμε να υποθέτουμε ότι αυτή η προσευχή ακόμη και από τους ίδιους τους τελευταίους μοναχούς της Όπτινα δίδονταν στους πιστούς σε διαφορετικές εκδοχές», λέει ο πατήρ Ισαάκιος (Γκούσεφ).
Πολλοί προσεύχονταν με παρόμοια προσευχή ακόμη και πριν από τους γέροντες της Όπτινα. Ως προς το περιεχόμενό της, η προσευχή των γερόντων της Όπτινα μοιάζει πολύ με τις 24 σύντομες προσευχές του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (που περιλαμβάνονται στον κανόνα της βραδινής προσευχής). Σύμφωνα με τις αναμνήσεις των συγχρόνων του, παρόμοια προσευχή διάβαζε και ο Άγιος Αλέξιος (Μετσιόφ). Μια από τις παραλλαγές της προσευχής των γερόντων της Όπτινα καταλήγει σχεδόν κατά λέξη όπως και η περίφημη προσευχή του Μητροπολίτη Μόσχας Φιλάρετου (Ντροζντόφ), ο οποίος έζησε στα μέσα του 19ου αιώνα:
Κύριε, δεν γνωρίζω τι να ζητήσω από Σένα. Μόνον Εσύ γνωρίζεις τι μου χρειάζεται. Εσύ με αγαπάς παραπάνω απ’ ό,τι εγώ τον εαυτό μου. Πάτερ! Δώσε στο δούλο Σου οτιδήποτε μου χρειάζεται που δεν το ξέρω για να σου το ζητήσω. Δεν τολμώ να σου ζητήσω ούτε σταυρό ούτε παρηγοριά. Μόνο παρευρίσκομαι μπροστά Σου με ανοικτή καρδιά. Εσύ βλέπεις τις ανάγκες μου που εγώ δεν γνωρίζω. Γι’ αυτό ικανοποίησέ τες σύμφωνα με το έλεός Σου. Αν πρέπει να περάσω δοκιμασίες, να λυγίσω και να πέσω, Εσύ έλα ως γιατρός και θεράπευσέ με και ανύψωσέ με. Δεν γνωρίζω το σχέδιό Σου, γι’ αυτό σιωπώ μπροστά Σου και Σου παραδίδομαι. Προσφέρω τον εαυτό μου θυσία σε Σένα. Δεν έχω άλλην επιθυμία παρά να εφαρμόζω το θέλημά Σου το άγιο. Δίδαξε με να προσεύχομαι. Εσύ ο ίδιος προσεύχου μέσα μου. Αμήν.
Ένας από τους γέροντες της Όπτινα, ο Όσιος Μακάριος (Ιβανόφ), βρισκόταν σε στενή πνευματική επικοινωνία με τον Άγιο Φιλάρετο. Δεν αποκλείεται κάποιες παραλλαγές μιας τέτοιας προσευχής να κυκλοφορούσαν ήδη στο λαϊκό περιβάλλον της εποχής τους. Όμως, η ονομασία «προσευχή των γερόντων της Όπτινα» δόθηκε στη συγκεκριμένη απεύθυνση προς τον Θεό ακριβώς επειδή την ενέκριναν οι γέροντες της Όπτινα ως αναγκαία και πλήρως σύμφωνη με το πνεύμα της Εκκλησίας.