Όσιος Αμβρόσιος τής Όπτινα Ο μελλοντικός μεγάλος Γέροντας τής Όπτινα, ο Μεγαλόσχημος ιερομόναχος Αμβρόσιος, γεννήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1812 στο χωριό Μπαλσάγια Λίποβιτσα, στην επαρχία τού Ταμπόφ, σε μια μεγάλη οικογένεια τού νεωκόρου Μιχαήλ Φιόντοροβιτς Γκρένκοφ και τής συζύγου του Μάρφα Νικολάγιεβνα. Στην ηλικία 12 ετών, εγγράψανε τον Σάσα (έτσι τον λέγανε κατά κόσμο) στην πρώτη τάξη τής Θεολογικής Σχολής τού Ταμπόφ, μετά την οποία το 1830 παρακολούθησε το Θεολογικό Σεμινάριο του Ταμπόφ. Έξι χρόνια αργότερα, οι σπουδές του ολοκληρώθηκαν με επιτυχία, αλλά ο Αλέξανδρος δεν εισήλθε στην Θεολογική Ακαδημία. Ούτε κι έγινε ιερέας. Για κάποιο διάστημα ήταν δάσκαλος κατ'οίκον στην οικογένεια ενός γαιοκτήμονα και κατόπιν δάσκαλος στην Θεολογική Σχολή τού Λίπετσκ.
Στην ηλικία 27 ετών, οι φοβερές τύψεις συνείδησης για τον ανεκπλήρωτο όρκο που είχε δώσει στον Θεό στην τελευταία τάξη τού Σεμιναρίου, να γίνει μοναχός αν ανακάμψει από την σοβαρή ασθένεια - ο Αλεξάντερ Μιχαήλοβιτς κρυφά, χωρίς καν να ζητήσει την άδεια τής Επισκοπικής Αρχής, φεύγει στην Όπτινα, η οποία εκείνη την εποχή ήταν «ένας πύρινος στύλος στο σκοτάδι τής νύχτας, που προσέλκυε πάνω του τον καθέναν που είχε μια κάποια επιθυμία να βρει φως.»
Ο μύθος θέλει, η Μονή αυτή, που βρίσκεται τρία βέρστι (ΣτΜ: παρωχημένη μονάδα μήκους που χρησιμοποιούνταν στην Ρωσία. Περί τα 1.07 χλμ) από την πόλη τού Κοζιόλσκ, και η οποία περιβάλλεται από τρεις μεριές από αδιαπέραστα παρθένα δάση, και στην τέταρτη μεριά - από τον ποταμό Ζίζντρα, να έχει ιδρυθεί από έναν μετανοημένο ληστή ονόματι Όπτα, συνεργάτη τού αταμάνου (ΣτΜ: αρχηγός τών Κοζάκων) Κουντεγιάρ. Η ζωή τής Μονής βασίζονταν στην απαρέγκλιτη τήρηση τριών κανόνων: αυτού τού αυστηρού μοναστικού βίου, αυτού τής παραμονής σε κατάσταση υλικής φτώχειας και αυτού τού να πασχίζει ο μοναχός να ενεργεί παντού και πάντα με πυξίδα την Αλήθεια, και να μεριμνεί για την παντελή απουσία οποιουδήποτε είδους μεροληψίας. Οι εγκαταβιούντες μοναχοί ήταν σπουδαίοι ασκητές και ευχέτες για την Ορθόδοξη Ρωσία. Ο Αλεξάντερ Μιχαήλοβιτς γνώρισε κατά τη διάρκεια της ζωής του, θα μπορούσε κανείς να πει, τον ανθό τού μοναχισμού τής Όπτινα, πυλώνες τού μοναχισμού όπως τον Ηγούμενο Μωυσέι, τούς Γέροντες Λέβ και Μακάριι.
Τον Απρίλιο τού 1840, σχεδόν ένα χρόνο μετά την άφιξή του, ο Αλέξανδρος Μιχαήλόβιτς Γκρένκοφ έγινε μοναχός. Συμμετείχε ενεργά στην καθημερινή ζωή τού μοναστηριού: έφτιανε μαγιά, έψηνε ψωμάκια, βοηθούσε τον μάγειρα για μια ολόκληρη χρονιά. Δύο χρόνια αργότερα, εισήλθε στην βαθμίδα τού Mικρού Σχήματος και έλαβε το όνομα Αμβρόσιος. Μετά από πέντε χρόνια διαμονής στην Όπτινα, το 1845, ο 33χρονος Αμβρόσιος έγινε ιερομόναχος.
Η υγεία του κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων κλονίστηκε σοβαρά, και το 1846 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει όποιες υπακοές ή άλλες ασχολίες στην Μονή, καθότι αδυνατούσε να τις εκπληρώσει, και έτσι ζούσε πλήρως εξαρτώμενος από την Μονή. Σύντομα, η υγεία του άρχισε να απειλείται σοβαρά, περίμεναν το τέλος του, και σύμφωνα με την παμπάλαια ρωσική συνήθεια, ο πατήρ Αμβρόσος πέρασε στην βαθμίδα τού Μεγάλου Σχήματος. Αλλά «άγνωστοι αι βουλαί τού Κυρίου»: μετά από δύο χρόνια, εντελώς απροσδόκητα για πολλούς, ο ασθενής άρχισε να αναρρώνει. Όπως είπε αργότερα ο ίδιος: «Στο μοναστήρι, οι άρρωστοι δεν πεθαίνουν όσο η ασθένεια τους δεν έχει επιφέρει πραγματικό όφελος».
Δεν ήταν μόνο με σωματικές αδυναμίες που ο Κύριος «έθρεφε» όλα αυτά τα χρόνια το πνεύμα τού μελλοντικού μεγάλου Γέροντα. Ιδιαίτερα σημαντική γι' αυτόν ήταν η συναναστροφή του με τούς Γέροντες Λέβ και Μακάριι, οι οποίοι, διαβλέποντας στον Αμβρόσιο το «Δοχείο τής Σοφίας τού Θεού», έλεγαν γι΄αυτόν μόνο ένα πράγμα: «Ο Αμβρόσιος θα γίνει σπουδαίος άνθρωπος». Ακούγοντας τις σοφές διδασκαλίες τού Γέροντα Λέβ, την ίδια στιγμή συνδέθηκε στενά με τον Γέροντα Μακάριο, συνομιλούσε συχνά μαζί του, όπου και τού άνοιγε την ψυχή του και λάμβανε σημαντικές συμβουλές για τον ίδιο, ενώ τον βοηθούσε και στην έκδοση πνευματικών βιβλίων. Ο νεαρός ασκητής βρήκε τελικά αυτό που λαχταρούσε η ψυχή του. Σε φίλους του έγραφε τα κάτωθι αναφορικά με την πνευματική ευτυχία που ξεδιπλώθηκε σε αυτόν στην Όπτινα.
«Καθώς στην κορυφή του βουνού συναντώνται όλα τα μονοπάτια που οδηγούν σε αυτήν, έτσι και στην Οπτίνα - την πνευματική αυτή κορυφή – συναντήθηκαν τo ύψιστο πνευματικό κατόρθωμα τού ησυχασμού και η εξυπηρέτηση τού κόσμου σε όλη της την πληρότητα, τόσο όσον αφορά στις πνευματικές αλλά και και στις καθημερινές ανάγκες του». Οι άνθρωποι συνέρρεαν στους Γέροντες τής Όπτινα για παρηγοριά, θεραπεία, συμβουλές ... Πήγαν σε αυτούς άνθρωποι που είχαν μπλεξίματα στην καθημερινότητά τους ή που είχαν χαθεί σε φιλοσοφικές αναζητήσεις, άνθρωποι που λαχταρούσαν την υψηλότερη αλήθεια και που φιλοδοξούσαν, εκεί, σε αυτήν την «πηγὴν ὕδατος ζωῆς» να σβήσουν την δίψα τους. Σημαντικοί στοχαστές τής εποχής, φιλόσοφοι, συγγραφείς, ήταν εκεί περισσότερες από μία/δύο φορές: Γκόγκολ, Αλεξέι και Λεβ Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Βλαντίμιρ Σολοβιόφ, Λεόντιεφ... – για να αναφέρουμε μόνον μερικούς. Εξάλλου, για τον μέσο Ρώσο, ο Γέροντας είναι ένα άτομο που στέλνεται από τον ίδιο τον Θεό. Σύμφωνα με τον Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι, «για την ψυχή τού Ρώσου, ψυχή εξαντλημένη από τη δουλειά και την θλίψη, και το πιο σημαντικό, από την αιώνια αδικία και την αιώνια αμαρτία, τόσο την δική τους όσο και την πανανθρώπινη, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη και παρηγοριά, από τον να βρεί κάτι/κάποιον το(ν) ιερό ή το(ν) άγιο, και να πέσουν μπροστά του και να κάνουν γονυκλισία. Αν μέσα μας έχουμε την αμαρτία, το ψέμα και τον πειρασμό, παρ΄όλα αυτά, υπάρχει πάντα επί γής, εκεί κάπου, κάποιος άγιος και υψηλότερος πνευματικά - και γι΄ αυτόν τον λόγο, μπορούμε να βρούμε σε αυτόν την Αλήθεια. Αυτό σημαίνει ότι δεν πεθαίνει (ΣτΜ: η ψυχή αυτή) επί γης και, επομένως, κάποια μέρα θα έρθει σε μάς και θα βασιλεύσει σε ολόκληρη την γη, όπως έχει γραφτεί.»
Σ. Ίβλεβα. Όσιος Αμβρόσιος τής Όπτινα, έτος 2002
Η Θεία Πρόνοια ήταν Αυτή που βοήθησε τον Αμβρόσιο να γίνει ένας από τους κρίκους τής αλυσίδας των 14 Γερόντων τής Οπτίνας: μετά τον θάνατο τού Γέροντα Μακάριου, πήρε τη θέση του και για 30 χρόνια έτρεφε τις ψυχές όλων όσων υπέφεραν.
Ο Γέροντας Αμβρόσιος εμφανίστηκε στην Όπτινα και προσέλκυσε την προσοχή αποκλειστικά πνευματικών κύκλων τη στιγμή που αυτή η διανόηση κατακλύζονταν από την δυτική φιλοσοφική σκέψη. Έχοντας προηγουμένως περάσει από την «θέση» κάποιου που ήταν η «ψυχή» τής κοινωνίας, που αγαπούσε ό,τι ήταν κοσμικό (τραγουδούσε και χόρευε καλά), και που θεωρούσε ότι «το Μοναστήρι ήταν συνώνυμο με τον τάφο», αυτός και κατάλαβε, καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, την πνευματική αναζήτηση τής διανόησης, και μέσα από την ίδια τη ζωή του προσέφερε μαρτυρία για το γεγονός ότι το μονοπάτι που είχε επιλέξει ήταν το ιδεώδες αυτής τής ευτυχίας για την οποία όλοι θα έπρεπε να αγωνιστούν.
Το «ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (ΣτΜ: προς Κορινθίους Β΄, 12:9) δεν έχει ειπωθεί χωρίς λόγο. Παρά το σωματικά του βάσανα, που σχεδόν πάντα τον καθήλωναν στο κρεβάτι, ο Γέροντας Αμβρόσιος, ο οποίος μέχρι τότε είχε ήδη μια σειρά από πνευματικά χαρίσματα - διορατικότητα, το χάρισμα να θεραπεύει άλλους, το χάρισμα τής πνευματικής παραίνεσης και ούτω καθεξής – δέχονταν καθημερινά πλήθη ανθρώπων και απαντούσε σε δεκάδες επιστολών. Ένα τέτοιο γιγαντιαίο έργο δεν μπορούσε να εκτελεστεί από ανθρώπινες δυνάμεις · η ζωοποιός θεϊκή Χάρη ήταν σαφώς παρούσα εδώ.
Μεταξύ των ευλογημένων πνευματικών χαρισμάτων τού Γέροντα Αμβρόσιου, τα οποία προσέλκυσαν πολλές χιλιάδες ανθρώπων σε αυτόν, πρέπει πρώτα απ 'όλα να αναφέρουμε την διόραση: διείσδυε βαθιά στην ψυχή τού συνομιλητή του και τον διάβαζε σαν να διάβαζε ένα κλειστό βιβλίο, χωρίς να χρειάζεται ο συνομιλητής να προβεί σε οιαδήποτε εξομολόγηση. Και η φιλανθρωπία δεν ήταν απλά μια ανάγκη γι΄αυτόν: Ο Γέροντας Αμβρόσιος μοιράζονταν γενναιόδωρα ελεημοσύνη και φρόντιζε προσωπικά τις χήρες, τα ορφανά, τούς αρρώστους και αυτούς που υπέφεραν.
Τα τελευταία χρόνια τής ζωής τού Γέροντα, στα 12 βέρστι από την Όπτινα, στο χωριό Σαμόρντινο, ιδρύθηκε με την ευλογία του η γυναικεία Μονή τής Παναγίας τού Καζάν. Η ανοικοδόμηση τής Μονής, η τάξη που μπήκε σε αυτό - όλα ήταν έργο τού ιδίου τού Γέροντα Αμβρόσιου· έκειρε προσωπικά πολλές από τις αδελφές τού μοναστηριού στον μοναχισμό. Μέχρι τη δεκαετία του '90 του 19ου αιώνα, ο αριθμός των μοναχών στην Μονή έφτασε τις χίλιες. Υπήρχε επίσης ένα ορφανοτροφείο, ένα σχολείο, ένα πανδοχείο και ένα νοσοκομείο.
Κι ήταν σε αυτό το ίδιο το Σαμόρντινο που ο Γέροντας Αμβρόσιος έμελλε να συναντήσει τον θάνατο - τον Οκτώβριο τού 1891, σε ηλικία 79 ετών.
Διδαχές και γνωμικά τού Γέροντα Αμβρόσιου:
- Πρέπει να ζήσουμε όπως περιστρέφεται κι ο τροχός - αγγίζει το έδαφος με ένα μόνο σημείο και με τα υπόλοιπα προσπαθεί να ανεβεί προς τα πάνω.
- Γιατί γίνεται κακός κάποιος; Επειδή ξεχνά ότι ο Θεός είναι από πάνω του!
- Αν κάνεις καλό, τότε πρέπει να το κάνεις μόνο για χάρη τού Θεού, γιατί δεν πρέπει να δίνεις σημασία στην ευγνωμοσύνη των ανθρώπων.
- Η αλήθεια μπορεί να είναι σκληρή, είναι όμως αγαπητή από τον Θεό.
- Αν πιάνεις κάποιον με το καλό, τότε κι αυτός σε βλέπει με άλλα μάτια.
- Να ζεις και να μην το βάζεις κάτω ποτέ, να μην κρίνεις κανέναν, να μην ενοχλείς κανέναν, και σε όλους να δείχνεις σεβασμό.
- Αυτός που μάς κατακρίνει, αυτός και μάς κάνει δώρο. Και αυτός που μάς επαινεί, μάς κλέβει.
- Πρέπει να ζούμε χωρίς υποκρισία και να συμπεριφερόμαστε παραδειγματικά, και μόνον θα είναι το όποιο έργο μας αληθινό, αλλιώς όλα θα πάνε άσχημα.
- Η υποκρισία είναι χειρότερη κι από την απιστία.
- Όσο δεν ταπεινώνεσαι, δεν θα βρίσκεις ειρήνη μέσα σου.
- Η υπεροψία μας είναι η ρίζα όλων των κακών.