Τατιάνα Αλεξάντροβνα Κασάτκινα: Διδάκτωρ Φιλολογίας, Προϊσταμένη τού Τμήματος Θεωρίας τής Λογοτεχνίας (Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Γκόρκι) τής Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.
Οι διαμάχες αναφορικά με το μυθιστόρημα τού Ντοστογιέφσκι "Ο Ηλίθιος" καλώς κρατούν ακόμη και στις μέρες μας, και τα σημαντικά «ευρήματα» αυξάνονται συνεχώς. Οι διαμάχες εστιάζονται στον πρωταγωνιστή, τον πρίγκιπα Λέβ Νικολάϊεβιτς Μίσκιν, στον οποίο βλέπουν τον Χριστό, αλλά μόνο τον μισό Χριστό, έναν Χριστό χωρίς Θεϊκή Υπόσταση. Προσωπικά, είμαι τής γνώμης ότι ο Ντοστογιέφσκι δεν εννοούσε κάτι τέτοιο, δεν προσπάθησε να αποδείξει μέσω μιας "εις άτοπον απαγωγής" ότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος και όχι απλά ένας τέλειος άνθρωπος. Δηλαδή, τον συγγραφέα δεν τον ενδιάφερε η θεολογική πτυχή, ούτε και τα Χριστολογικά δόγματα.
Κατά τη γνώμη μου, στην εικόνα τού πρίγκιπα Μίσκιν αποκαλύπτονται πραγματικά σημαντικά πράγματα περί τού Χριστού, όχι για τη φύση Του, αλλά για τη στάση Του απέναντι στους ανθρώπους. Ο συγγραφέας δεν χρειάζεται τον πρίγκιπα Μίσκιν για να καταδείξει πόσο άσχημα μπορούν να ενεργούν οι άνθρωποι στην σχέση τους με έναν «Χριστό» ή ότι ο Χριστός δεν θα τα είχε βγάλει πέρα εάν ήταν απλά ένας άνθρωπος - άλλος είναι ο στόχος: να καταδείξει πώς ο Χριστός δρα γενικά στην ιστορία, πώς ζει στον καθέναν από μάς, σε ποιο βαθμό είμαστε σημαντικοί γι'Αυτόν, πώς διεισδύει στα πιο ακραία βάθη τής ύπαρξής μας.
Ο πρίγκιπας Μίσκιν αντικατοπτρίζει την ακόλουθη στάση τού Χριστού απέναντί μας: αποδέχεται όλους τους ανθρώπους με τούς οποίους οι συνθήκες τον έχουν φέρει σε επαφή, το ενδιαφέρον που δείχνει γι΄αυτούς δεν είναι διόλου επιφανειακό, αλλά είναι έτοιμος να «μπει» πλήρως στη ζωή τους, στα προβλήματά τους, στις θλίψεις τους, στα πιο απόκρυφα μυστικά τής ψυχής τους, είναι έτοιμος να μοιραστεί μαζί τους τον πόνο τους, την ντροπή τους, την απελπισία τους. Αυτή η στάση είναι η απόλυτη, η κατ΄εξοχήν συναίσθηση, το να αντιλαμβάνεσαι τούς άλλους σαν το ίδιο τον εαυτό σου.
Για τον Ντοστογιέφσκι, αυτή είναι γενικά μια κεντρική ιδέα: δεν είμαστε μια συλλογή ατόμων που ο καθένας μας είναι κλεισμένος στον εαυτό του, αλλά είμαστε ένα. Κι αυτό όχι με την έννοια ότι αποτελούμε διαφορετικά μέρη ενός ενιαίου συνόλου, αλλά με την έννοια ότι, καίτοι ο καθένα μας είναι φορέας μιας μοναδικότητας, αποτελούμε παρ΄όλα αυτά διαφορετικά πνευματικά κέντρα τού ιδίου τεράστιου σώματος, τής ανθρωπότητας (ή μάλλον, τής ανθρώπινης φύσης). Δεν είμαστε διαφορετικά όργανα αυτού τού σώματος, αλλά ο καθένας μας είναι η ενσάρκωση αυτού τού σώματος. Αυτός είναι κι ο λόγος που μπορούμε να ακούμε και να νιώθουμε τον οιοδήποτε πλησίον μας όχι ως έναν άλλο, αλλά ως τον εαυτό μας. Σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, σε αυτό ακριβώς έγκειται και η ουσία τής εντολής "Αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου". Το "όπως τον εαυτό σου " δεν αποτελεί σύγκριση, αλλά διαπίστωση τού γεγονότος ότι ο πλησίον μου είναι όπως κι εγώ ο ίδιος. Αυτό το μήνυμα προσπάθησε να περάσει στους αναγνώστες του ο Ντοστογιέφσκι, και στο μυθιστόρημα «Ο Ηλίθιος» αλλά κι αργότερα στο «Αδερφοί Καραμάζοφ». Το να αντιλαμβανόμαστε τον άλλον ως Άλλον, το θεωρούσε ως εσφαλμένη αντίληψη. Το σφάλμα είναι ταυτόχρονα αμαρτία, επειδή η αμαρτία είναι ένα σφάλμα στην κυριολεξία, αν λάβουμε υπόψη ότι στα ελληνικά αμαρτία σημαίνει αστοχία, σαν τον τοξότη που αστοχεί στον στόχο του.
Και το δεύτερο, διόλου λιγότερο σημαντικό, στοιχείο είναι ότι στην σχέση τού πρίγκιπα Μίσκιν με τούς ανθρώπους, ο Ντοστογιέφσκι δείχνει ότι ο Χριστός, έχοντας εισέλθει στην ανθρώπινη ζωή, δεν την αλλάζει επιτακτικά. Βοηθά τον άνθρωπο, χωρίς να παραβιάζει την θέλησή του, δεν τον απωθεί. Στέκεται ταπεινά στο πλάι του και, από αυτή την άποψη, θέτει Εαυτόν σε δεύτερο πλάνο, όχι σε πρώτο. Ο Ντοστογιέφσκι προσδίνει αυτή την ποιότητα τόσο στον Πρίγκιπα Μίσκιν όσο και στον Αλιόσα Καραμάζοφ.
Αυτό είναι πολύ σημαντικό: ο καθένας μας στήνει ανεξάρτητα τη ζωή του, επειδή ο Κύριος μάς δώρισε την ελευθερία. Και το πώς διαχειριζόμαστε την ελευθερία μας εξαρτάται μόνο από εμάς, το αν θα ακούσουμε τη φωνή τού Χριστού, αν θα τον ακολουθήσουμε. «ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ» (Αποκ. 3:20). Χτυπάω στην πόρτα και περιμένω - δεν σπάω την πόρτα με ένα χτύπημα τού ποδιού μου και αρχίζω να δίνω διαταγές ... Αυτό σημαίνει το να βάζω τον εαυτό μου σε δεύτερο πλάνο.
Σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, ο Χριστός ακριβώς έτσι, ως «δεύτερος» εισήλθε σε όλες απολύτως τις ανθρώπινες ζωές τού παρελθόντος, τού παρόντος και τού μέλλοντος. «ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Ματθαίος 20:28).
Στην διασταύρωση αυτών των δύο ιδεών, από την μία, τής διείσδυσης στα απόκρυφα βάθη τής ανθρώπινης ζωής, και από την άλλη, τής ετοιμότητας να θέσει εαυτόν σε δεύτερο και όχι σε πρώτο πλάνο – θεμελιώνεται κι η εικόνα του Πρίγκιπα Μίσκιν. Αυτή ακριβώς είναι και η κλήση προς τον άνθρωπο: να αναπαραγάγει την εικόνα τού Χριστού στον εαυτό του.
Για τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι, όλα αυτά δεν ήταν αφηρημένοι συλλογισμοί. Αυτός ο ίδιος πάσχισε σε όλη του την ζωή και παρά το πολύπλοκο τού χαρακτήρα του, να ακολουθήσει αυτό το ιδεώδες. Να ακολουθήσει τον Χριστό - και να αποδεχτεί τον ρόλο τού «δεύτερου» στην ζωή τού πλησίον του. Πολλά ακόμη θα μπορούσαμε να πούμε για αυτό, αλλά αρκεί να αναφέρουμε μόνο μια μαρτυρία: σύμφωνα με τις αναμνήσεις τής χήρας του, τής Άννας Γκριγκόριεβνα Ντοστογιέφσκαγια, τα τελευταία χρόνια τής ζωής του, αν ο Φιόντορ Μιχάηλοβιτς έβγαινε στο δρόμο με χρήματα, θα επέστρεφε χωρίς μια δεκάρα. Έδινε τα πάντα από δω κι από κει.