– Ποια η στάση σας ως προς την άποψη ότι για τον σύγχρονο άνθρωπο, με την οπτική υπερφόρτωσή του, με τους ποταμούς πληροφοριών, χρειάζεται άλλη γλώσσα εκκλησιαστικής τέχνης, άλλη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία δεν καλύπτεται με απεικονίσεις όλος ο χώρος του ναού;
– Υπάρχει ζήτημα. Νομίζω, όμως, για να μας ακούσουν οι τωρινοί πιστοί, ο ζωγράφος δεν πρέπει απλώς ν’ αντιγράφει ή να επιζητά να φτιάχνει κάτι απαράλλαχτο (όλα αυτά έχουν σημασία στο πλαίσιο της εκπαίδευσης), αλλά να λέει ό,τι σκέφτεται, να προσπαθεί να κάνει ό,τι κατανοεί και με τον τρόπο που το κατανοεί. Τότε το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του ζωντανεύει, γίνεται ενδιαφέρον και κατανοητό.
Τους ανθρώπους δεν τους ενδιαφέρει όταν ξεκινάς να πραγματοποιείς ένα σωστό αντίγραφο του 12ου ή του 17ου αιώνα μόνο εξωτερικά, άνευ βάθους, δίνοντας προσοχή μόνο σε επιφανειακά σημεία.
Όταν κοιτάζεις τα έργα των τεχνιτών εκείνης της εποχής, σου κόβεται η ανάσα. Ενώ όταν σήμερα αντιγράφουν έτσι επιφανειακά, νιώθεις μόνο αδιαφορία.
Το ότι δεν υπάρχει τίποτα πίσω από τα αντίγραφα, μπορούμε να το δούμε, παραδείγματος χάρη, στους αντιγραφείς που μιμούνται τους σύγχρονους ζωγράφους. Για παράδειγμα, η εικονογράφος Ιρίνα Ζάρον, η λαμπρή καλλιτέχνης πινάκων με θέμα τα τοπία. «Μιλάει» με μία προσωπική γλώσσα, που τη νιώθει, την καταλαβαίνει. Όμως, όταν κάποιοι αρχίζουν να τη μιμούνται, το αποτέλεσμα είναι μέτρια έργα, δίχως εκφραστικότητα.
– Μας λέτε ότι οι παλιοί καλλιτέχνες γνώριζαν όλους τους καλλιτεχνικούς κανόνες. Όμως σήμερα ξέρουμε πολύ περισσότερα πράγματα απ' αυτούς. Η κληρονομιά των περασμένων εποχών είναι ήδη μελετημένη προσεκτικά, ξέρουμε να ξεχωρίζουμε την τέχνη, για παράδειγμα, του 6ου και του 8ου αιώνα, τα χέρια των καλλιτεχνών, τις διάφορες σχολές ζωγραφικής. Γιατί, ωστόσο, πολλές φορές δεν μας "κόβουν την ανάσα";
– Εμείς το ξέρουμε θεωρητικά, ενώ με ποιον τρόπο δουλεύει ο καλλιτέχνης, δεν το ξέρουμε. Βλέπουμε ήδη τα έργα έτοιμα, μα πώς δημιουργήθηκαν; Βλέπουμε την επιφάνεια πέρα από την οποία υπάρχει τεράστια εμπειρία και μεγάλη κατανόηση, τόσο των καλλιτεχνικών κανόνων όσο και της θεολογίας. Δεν είναι τυχαίο ότι στο Βυζάντιο τον αγιογράφο τον τοποθετούσαν κοντά στον επίσκοπο ή τον προϊστάμενο ναού, καθώς η αγιογραφία αποτελεί θεολογία. Δεδομένου ότι το εικόνισμα δεν είναι απλώς πίνακας με χρωματισμό, αλλά ταυτόχρονα κι ένα καλλιτεχνικό και θεολογικό έργο.
– Το με ποια τεχνοτροπία θα ζωγραφίσετε τη μία ή την άλλη απεικόνιση σας το επιβάλλει η ίδια η αρχιτεκτονική του ναού. Μήπως είχατε περιστατικά που η αρχιτεκτονική σας δυσκόλεψε και η δουλειά δεν προχωρούσε;
– Βέβαια, πολλές φορές είχα να δουλέψω με διαφορετικές αρχιτεκτονικές, συμπεριλαμβανομένων και άτεχνων. Όμως πάντα προσπαθώ να υπερνικήσω τα εμπόδια. Περισσότερο με στενοχωρούν άλλες καταστάσεις. Κάποτε κατασκεύαζα ένα σκίτσο τοιχογραφιών ενός ναού βασιλικού ρυθμού, το σχέδιο μου αρέσει ακόμα και σήμερα. Προσπάθησα να εισαγάγω τη θεματολογία της απεικόνισης στη συγκεκριμένη αρχιτεκτονική, σκέφτηκα και το θεολογικό πρόγραμμα αγιογραφιών. Όμως, οι ενορίτες παραγγελιοδότες μού λένε: "Δεν θέλουμε στη κόγχη της αψίδας να παρασταθεί η Παναγία στον θρόνο, όπως το έχεις στο σκίτσο, αλλά τη θέλουμε μεγάλη, ως τη μέση της προσωπογραφίας Της. Εκτός τούτου, δεν ξέρουμε πότε θα πληρώσουμε όλες τις προσεχείς εργασίες συνολικά, γι' αυτό θέλουμε όλες οι μορφές να εγκατασταθούν στον χώρο του ιερού βήματος -τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, ο Σταύρος και η Ανάστασις ". Έτσι βρεθήκαμε μπροστά σ’ ένα δίλημμα: Ή να συμφωνήσουμε με τους παραγγελιοδότες ή να παραιτηθούμε των εργασιών. Έως σήμερα με πονάει να βλέπω το αποτέλεσμα. Το να ξεπερνάω τέτοια εμπόδια με στενοχωρεί περισσότερο από τα ζητήματα αρχιτεκτονικής. Και σήμερα μου σφίγγεται η καρδιά από τον πόνο, επειδή καταλαβαίνω ότι όλα θα μπορούσαν να προκύψουν διαφορετικά, καλύτερα.
– Δεν μείνατε ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα της δουλειάς σας στον ναό του Αικατερινμπούργκ, στον τόπο της εκτέλεσης της οικογένειας του τσάρου;
– Δε θα το έθετα έτσι. Εκεί επρόκειτο για κάτι διαφορετικό. Κατά τη γνώμη μου, το αποτέλεσμα δεν ήταν ανάλογο των δυνατοτήτων μας. Είχαμε εκφραστικότερα σχέδια, όμως ο παραγγελιοδότης είχε δική του άποψη για το ποιες εικονογραφίες πρέπει να ζωγραφιστούν. Εμείς έπρεπε να λύσουμε τα προβλήματα που είχαν ανακύψει. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι δεν είχα τα συναισθήματα που προανέφερα. Είμαι απέραντα ευγνώμων στις θαυμάσιες αδελφές του μοναστηριού του Νόβο-Τίχβιν, που μου ανέθεσαν αυτήν την εργασία και με υποστήριξαν ιδιαιτέρως. Είμαι ευγνώμων, που μου έτυχε να εργάζομαι σ' αυτό το σπουδαίο σημείο της χώρας μας. Μου έκανε εντύπωση όσο τίποτε άλλο στη ζωή μου. Κατά τις εργασίες, άκουγα το βιβλίο σε ηχητική μορφή του Νικολάι Σοκολόφ -ήταν ο ανακριτής, ο οποίος διεξήγε τις έρευνες στον τόπο της δολοφονίας της οικογένειας του τσάρου, το 1918. Έτσι, κατά κάποιον τρόπο, όλα τα γεγονότα εκείνου του καιρού τα αντιλαμβανόμουν εκ του πλησίον, όχι μέσω της Ιστορίας. Ήμουν συνταραγμένος βαθιά, ενώ άκουγα την περιγραφή των λεπτομερειών, για πράγματα πεταμένα στον τόπο της δολοφονίας...
Αν είχα διαβάσει ή ακούσει απλά για την ανάκριση του Σοκολόφ, χωρίς να έχω προσληφθεί για τις εργασίες στον Οίκο του Ιπάτιεφ, όπου έλαβε χώρα η δολοφονία, δεν θα δοκίμαζα τέτοιες συγκινητικές στιγμές.
– Έχετε εμπειρία ως προς τη νωπογραφία (είναι παλιά τεχνική δημιουργίας τοιχογραφιών, με βάση την οποία τα χρώματα απλώνονται απ’ ευθείας σε νωπή επιφάνεια). Ποια η στάση σας, όταν αυτή η τεχνική συχνά αντικαθίσταται, για παράδειγμα, με την ελαιογραφία ή με τα πυριτικά χρώματα;
– Έχουμε ποικιλία ρυθμών της αρχιτεκτονικής ναών και ο κάθε ναός απαιτεί τη δική του τεχνοτροπία. Οι ναοί κλασικιστικού ρυθμού δεν είναι κατάλληλο να ζωγραφιστούν στη στιλιστική του 15ου αιώνα... Όμως η ελαιογραφία, δυστυχώς, δεν είναι τόσο ανθεκτική όσο η τοιχογραφία. Κανένα άλλο είδος τεχνικής δεν παρέχει τις ευκαιρίες ζωγραφικής που μας προσφέρει τοιχογραφία. Η ζωγραφική στην τοιχογραφία με κάνει να είμαι σε εγρήγορση, αφού κατά τη διάρκεια της ημέρας πρέπει να δημιουργήσω ολόκληρη τη μορφή ή ακόμα και ολόκληρη τη σύνθεση.
Η ζωγραφική στην τοιχογραφία με κάνει να είμαι σε εγρήγορση, αφού κατά τη διάρκεια της ημέρας πρέπει να δημιουργήσω ολόκληρη τη μορφή ή ακόμα και ολόκληρη τη σύνθεση.
Δουλεύαμε μαζί με τους φίλους μου και μέσα σέ 24 μέρες σε καμάρες ζωγραφίσαμε 12 γιορτές και 18 μενταγιόν. Η νωπή τοιχογραφία μου παρέχει την ευκαιρία να βάζω ταυτόχρονα και σταθερό δομικό υπόστρωμα και να σκεπάζω τις γραμμές του μαύρου σχεδίου, έτσι ώστε να μη φαίνεται ούτε γραμμή στο τελικό έργο. Στο τέλος επιστρώνω αμέσως με γλάσο πολύ λεπτών κι διαφανών στρωμάτων.
Με αυτόν τον τρόπο τα γραμμένα γίνονται οργανικό μέρος του τοίχου και αφού στεγνώσει, η ζωγραφική γίνεται λαμπρή και φωτεινή.
Να πούμε ότι η διαδικασία της σκλήρυνσης του χρωστικού στρώματος γίνεται σταδιακά, με την πάροδο των αιώνων: Είναι εύκολο να γρατσουνιστούν οι σύγχρονες τοιχογραφίες, ενώ τα παλιά φαίνονται σαν να είναι πέτρινα. Δυστυχώς, έχω αντιπαρατεθεί αρκετές φορές, για το γεγονός ότι δεν κατέχουμε τη μέθοδο της νωπογραφίας όπως πρέπει. Ξέρω πως στη Ρουμανία η νωπογραφία είναι αναπτυγμένη αρκετά καλά, καθώς οι Ρουμάνοι δεν έχασαν την παράδοση, γι' αυτό τους ζηλεύω πολύ. Η εκτέλεση της νωπογραφίας αποτελεί μια μεγάλη διαδικασία, κατά την οποία πρέπει να σκεπτόμαστε καλά το παραμικρό. Ξεκινώντας από τους τοίχους, για παράδειγμα, απαγορεύεται η νωπάδα να τοποθετηθεί πάνω σε μπετόν ή σε τσιμεντοκονίαμα. Δηλαδή, η επιφάνεια πρέπει να είναι πέτρινη ή πλινθόκτιστη, επί πλέον οι πέτρες να τοποθετούνται πάνω σε ασβεστοκονίαμα.
«Ο Ωραιότατος ναός του 17ου αιώνα κάηκε μπροστά στα μάτια του πατέρα μου»
– Ο πατέρας σας, Σεργκέι Αρκάντιεβιτς Βρόνσκι, είναι γνωστός εικονολήπτης, ανάμεσα στα έργα του οποίου είναι ταινίες όπως "Αδελφοί Καραμαζόφ" και " Φθινοπωρινός μαραθώνιος". Πείτε μας τι σας έρχεται στον νου, καθώς τον σκέφτεστε;
– Ο πατέρας για μένα είναι μια άφθαστη αυθεντία σε πολλά ζητήματα. Έμεινε ορφανός, τον πατέρα του τον εκτέλεσαν τη χρονιά που γεννήθηκε, η μητέρα του πέθανε όταν ήταν 14 χρονών. Μέχρι του θανάτου της τη φρόντιζε επί αρκετά χρόνια, καθώς ήταν φιλάσθενη. Μετά ζούσε μόνος του. Προφανώς γι' αυτό ήξερε να κάνει πολλά πράγματα. Από 14 ετών οδηγούσε αυτοκίνητο. Με τα χέρια του κατασκεύασε βενζινοκινητήρα για μοντέλο αεροπλάνου (έχασα μια εφημερίδα από την πόλη του Γιαροσλάβλ, του τέλους της δεκαετίας του ’30, όπου έγραφε: "Στον διαγωνισμό των μοντελοποιημένων αεροπλάνων το μοντέλο-αεροπλάνο του μαθητή Σεργκέι Βρόνσκι κρατήθηκε στον αέρα περισσότερο χρόνο απ’ όλων").
Οδηγούσε και πραγματικό αεροσκάφος. Από το 1943 ήταν μηχανικός αεροσκαφών σε μεγάλα αεροπλάνα. Μπορούσε να ράψει παντελόνι, να μαγειρέψει οποιοδήποτε φαγητό.
– Οι γονείς σας, παρ’ όλο που ήταν μη εκκλησιαζόμενοι σοβιετικοί πολίτες, σας στήριξαν, όταν εκδηλώσατε την πίστη σας; Δεν τους στεναχώρησε αυτό το γεγονός;
– Όχι, δεν τους στεναχώρησε καθόλου. Παρ’ όλο που ανήκαν στη "χαμένη γενιά" επ’ αυτού του θέματος. Ο πατέρας μου, όταν ήταν παιδί, πήγαινε στον ναό στην πόλη του Γιαροσλάβλ, όμως αργότερα κατέστρεψαν αυτόν τον ωραιότατο ναό του 17ου αιώνα μπροστά στα μάτια του. Τα εκκλησιαστικά σκεύη, μαζί με παλιές θαυματουργές εικόνες, οι μπολσεβικοί τα έκαψαν... Μου φαίνεται, όμως, ότι ο πατέρας μου ήταν πάντα θρήσκος άνθρωπος, μου επαναλάμβανε συχνά την παραβολή για τον σπόρο που έπεσε στο έδαφος: «... εάν ο κόκκος του σιταριού δεν πέση στο χώμα και δεν αποθάνη, αυτός μένει μόνος. Εάν όμως σπαρή και ταφή εις την γην, τότε βλαστάνει και φέρει πολύν καρπόν.» (Ίων. 12 : 24).
Ο πατέρας μου κατανόησε αυτήν την παραβολή βαθύτερα εμού.
Αγαπούσε πολύ την εκκλησιαστική τέχνη, την αγιογραφία, έγινε φίλος με τον Σάββα Γιαμσικόφ[1]. Αν ο πατέρας στα γυρίσματα κάποιας ταινίας έβρισκε παλιές αφημένες εικόνες, τις έφερνε αμέσως στο σπίτι, τις καθάριζε, τις επιδιόρθωνε και τις χάριζε στους φίλους του. Ήμουν θυμωμένος με αυτό στην εφηβική μου ηλικία: Είχα ήδη αρχίσει να μελετώ εικονογραφία. Έρχονταν καλεσμένοι στο σπίτι μας και ο πατέρας τους χάριζε ξαφνικά μια εικόνα, δηλαδή την παρέδιδε έξω από το σπίτι.
Όμως ο πατέρας, που επέζησε της καταστροφής και της απώλειας του αγίου τόπου, συνέλεγε εικονίσματα όχι σαν κομμάτια συλλογής, όπως ήταν ευρέως διαδεδομένο ανάμεσα στους μορφωμένους ανθρώπους, αλλά για να τις διασώσει. Σήμερα, όταν πηγαίνω για παράδειγμα στην Τιφλίδα, βλέπω κρεμασμένη μια όμορφη εικόνα του 17ου αιώνα σ’ ένα σπίτι και λέω με θαυμασμό : "Τι ωραία εικόνα!". Οι κύριοι του σπιτιού χαμογελούν: "Ο πατέρας σου μας την έχει χαρίσει".
Ο πατέρας της μητέρας μου ήταν διευθυντής δημοτικού σχολείου, σκοτώθηκε σε εθελοντικό απόσπασμα κοντά στη Μόσχα το 1941, ενώ η μητέρα της ήταν δασκάλα. Η μητέρα μου, όταν ήταν παιδί, μαζί με τους φίλους της, πήγαινε να παρακολουθήσει τον πασχαλινό όρθρο στη Μονή Νοβοντέβιτσι στη Μόσχα, ενώ η γιαγιά, η μητέρα της, μαζί και με άλλους δασκάλους, τους περιόριζαν, για να μην πηγαίνουν.
Παρ' όλα αυτά, οι γονείς μου μέσα τους ήταν θρήσκοι και με υποστήριζαν με κάθε τρόπο στην πορεία μου προς την πίστη. Και ακριβώς ο πατέρας μου μου έδειχνε πώς να κάνω σωστά τον σταυρό μου.
– Υπήρχαν καταστάσεις στη ζωή σας όταν σαφέστατα νιώθατε ότι ο Θεός είναι κοντά;
– Ναι, και όχι μια φορά. Όταν ήμουν 16 χρονών, ανέβηκα σ' ένα βουνό και δεν πρόσεξα πως βρίσκομαι πολύ ψιλά πια, έτσι που θα ήταν δύσκολο να κατέβω. Καταλάβαινα ότι σε περίπτωση που έπεφτα από την κορυφή, τότε ή θα σκοτωνόμουν ή θα τραυματιζόμουν και σκέφτηκα σε μία στιγμή : "Κύριε, αν έχεις ανάγκη από μένα, σώσε με! Αν όχι, τότε δεν αξίζει να ζω". Και βλέπω κάποια ξερά χορταράκια ν’ αρχίζουν ξαφνικά να με συγκρατούν, σαν να ήταν χοντρό σχοινί.
Το κατέβασμα από τον βραχο ήταν τόσο απότομο, που θα μπορούσες να τσακιστείς. Άρχισα να προσεύχομαι και κάποια ξερά χορταράκια με συγκράτησαν σαν να ήταν χοντρά σχοινιά.
Κάποια φορά συμβαίνει να ξεχάσω να προσευχηθώ και μου στέλνεται κάποια υπενθύμιση . Θυμάμαι, όταν ήρθα για πρώτη φορά στον Άθω, επιθυμούσα πολύ να δω διάσημες τοιχογραφίες, εικόνες. Πήγα σ' ένα μοναστήρι γειτονικό με την Μονή του Αγίου Παντελεήμωνα και διανυκτέρευσα εκεί. Τη νύχτα ξύπνησα τόσο ζαλισμένος, που παρ' ολίγο να πέσω από το κρεβάτι μου.
Στον τοίχο κρεμόταν μια εικόνα της Παναγίας. Άρχισα να προσεύχομαι και ζαλάδα σταμάτησε, μόλις σταμάτησα την προσευχή η ζαλάδα ξανάρχισε. Τότε είπα στον εαυτό μου: "Αφού έχεις έρθει στον Αθω, τότε προσευχήσου και μετά σκέφτεσαι για το πού και τι να δεις".
Μια άλλη πρόσφατη ιστορία είναι η εξής:. Χάσαμε με τους συνεργάτες μου την ευκαιρία να δουλέψουμε στην Ουκρανία, όπου ήδη είχαμε αρχίσει να ζωγραφίζουμε έναν ναό. Δουλειά δεν υπήρχε, ενώ έχω και τέσσερα παιδιά. Έχω σχεδιάσει το σκίτσο του ναού του Αγίου Νικολάου στη Σιβηρία. Ο παραγγελιοδότης καθυστερούσε για πολύ καιρό, παζάρευε, η δουλεία δεν προχωρούσε. Μετά με ενημέρωσε ότι άλλοι εργάτες θα ζωγραφίσουν τον ναό, αλλά κατά το σχέδιό μου.
Ήμουν στενοχωρημένος, όχι τόσο για τα χρήματα που χάθηκαν όσο για τη δουλειά που δεν πραγματοποιήθηκε, ενώ είχα ήδη σχεδιάσει στο μυαλό μου τις εικόνες. Λίγο αργότερα έλαβα μια επιστολή από την Αυστραλία: Μου πρότειναν από ένα μοναστήρι να ζωγραφίσω τον ναό του Αγίου Νικολάου. Και η δουλειά μού φάνηκε και πιο ενδιαφέρουσα και πιο επικερδής.
Αντιλαμβάνομαι αυτό το περιστατικό σαν ολοφάνερο θαύμα.
Δεν ήμασταν γνωστοί με τους παραγγελιοδότες της Αυστραλίας, στους οποίους άρεσαν απλώς οι ζωγραφιές μας στη Μακέεβκα, της περιοχής της Μόσχας, που τις είδαν στον ιστοχώρο μας, ενώ στο Διαδίκτυο υπάρχουν τα έργα πληθώρας άλλων καλλιτεχνών.
Είμαι πολύ αμαρτωλός άνθρωπος... Αλλά ο Κύριος, ως ήλιος, φωτίζει εξ ίσου και τους καλούς και τους κακούς.