Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν γέροντες; Επειδή δεν υπάρχουν υποτακτικοί.
Για να βοηθήσει ουσιαστικά κανείς το πνευματικό τέκνο του, πρέπει ο ίδιος να είναι καλά προπαρασκευασμένος. Σήμερα τι ν’ απαιτήσουμε από έναν νέο ιερέα; Εκείνος μπορεί να μην ξέρει την αμαρτία, που θα του πει μια 90χρονη γιαγιά. Και λυπάμαι πολύ αυτήν τη νεολαία, πάρα πολύ.
Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν γέροντες; Επειδή δεν υπάρχουν υποτακτικοί. Όταν εμείς ήμασταν υποτακτικοί, τότε είχαμε και γέροντες. Προσπαθούσαμε να μιμηθούμε τους δασκάλους μας. Δίναμε μεγάλη προσοχή στο πώς κινούνται, πώς μιλούν, πώς νουθετούν κ.τ.λ.
Μια φορά είπα στον πατέρα Ιωάννη: «Πάτερ Ιωάννη, θέλω να σας ρωτήσω. Ο χρόνος περνάει, όπως λέτε εσείς, αδυσώπητα. Η μία μέρα “καταπίνει” την άλλη, όλα τείνουν προς το τέλος τους. Τι θα κάνουμε χωρίς εσάς; Αφού είστε ο γέροντάς μας». Και μου απάντησε: «Δεν είμαι γέροντας, είμαι ένας απλός γέρος άνθρωπος».
Σήμερα, ένας ιερέας, μόλις αποκτήσει τη γενειάδα του, αποκαλεί τον εαυτό του γέροντα
Σήμερα, ένας ιερέας, μόλις αποκτήσει τη γενειάδα του, αποκαλεί τον εαυτό του γέροντα. Τι προκοπή να έχει; Ξέρω έναν τέτοιο νεαρό, ο οποίος στην αρχή ήταν πάρα πολύ καλός. Τουλάχιστον, συμπεριφερόταν μ’ έναν καλό τρόπο. Όμως, μόλις ένιωσε την εύνοια των άλλων, αμέσως σταμάτησε να λέει «καλημέρα». Τι γέροντας να είναι αυτός; Πρόσφατα είχα μια κουβέντα μαζί του και του λέω: «Παιδί μου, ούτε εγώ ούτε οι μεγάλοι πατέρες έχουμε ανάγκη να μας χαιρετάς, αλλά πρέπει να καταλάβεις ότι μέσω αυτών των πράξεων σου θα παρεισφρήσουν εντός σου η υπερηφάνεια και η υπερβολική αυτοπεποίθηση. Όλα αυτά ονομάζονται πλάνη και θα είναι δύσκολο ν’ απαλλαγείς απ’ αυτή».
–Είπατε πως στο «Ψαλτήρι» του Εφραίμ του Σύρου λέγεται πως όποιος αγαπά τον μαθητή του, τον τιμωρεί. Όμως σήμερα μέσα στην κοινωνία, ιδιαίτερα μεταξύ των διανοούμενων, γίνεται μεγάλη κουβέντα, για το αν είναι καλό να τιμωρούνται τα παιδιά σωματικά. Όλο και περισσότεροι μορφωμένοι άνθρωποι λένε ότι είναι απαράδεκτο έστω και ν’ αγγίξουμε τα παιδιά. Εσείς τι σκέφτεστε πάνω σ’ αυτό το θέμα;
-Διάκειμαι αρνητικά, ως προς την άσκηση σωματικής βίας εις βάρος των παιδιών.
–Αλλά εσείς ο ίδιος τονίζετε την ανάγκη της τιμωρίας.
– Η τιμωρία δεν πρέπει να βασίζεται στη σωματική βία. Εάν χρησιμοποιούμε σωματική βία, τότε, όταν το παιδί μεγαλώσει, θα έχει την πεποίθηση ότι η τιμωρία σημαίνει πάντα βία. Δεν αρνούμαι την αυστηρότητα, αλλά και αυτή πρέπει να έχει τα όριά της. Πρέπει εμείς να δίνουμε το παράδειγμα για το τι είναι καλό και τι είναι κακό. Πρέπει να εκπαιδεύουμε τα παιδιά και όχι να τα δαμάζουμε. Μόνο τα ζώα δαμάζονται.
Ένα τέτοιο παιδί δεν θα μεγαλώσει ως ορθόδοξο
– Σήμερα πολλοί συζητούν πότε οι άνθρωποι ήταν πιο ηθικοί, κατά τα σοβιετικά χρόνια ή σήμερα;
– Στα σοβιετικά χρόνια.
– Γιατί έχετε αυτήν την άποψη;
- Κατά τους σοβιετικούς καιρούς, όταν επιστρέφαμε από το σχολείο, ο ένας, για παράδειγμα, πήγαινε στο κολυμβητήριο, ο άλλος στον όμιλο μοντελοποίησης αεροσκαφών. Έπαιζα ποδόσφαιρο στην αυλή ή έκανα κάτι άλλο. Αλλά, μόλις άκουγα τον ήχο από τις καμπάνες, αμέσως πήγαινα στην εκκλησία. Κανείς δεν μπορούσε να με αποτρέψει από την Εκκλησία.
–Ήσασταν πιονέρος ή κομσομόλος;
– Κομσομόλος δεν ήμουν ποτέ. Πιονέρος ήμουν, αλλά δεν φορούσα το πιονέρικο φουλάρι. Κάθε φορά, που έβγαινα από το σχολείο, το έβγαζα και το έκρυβα στην τσάντα. Πλησιάζοντας το σπίτι, το ξαναφορούσα, επειδή η μητέρα μου ήταν κατά της Εκκλησίας. Το ίδιο συνέβαινε και το πρωί: Στο σπίτι έβαζα το φουλάρι, αλλά, μόλις έβγαινα έξω, το έβγαζα, μέχρι το σχολείο. Τέτοιος πιονέρος ήμουν.
–Δηλαδή δεν υπάρχουν σήμερα άνθρωποι, οι οποίοι επιθυμούν να εκκλησιάζονται με τον ίδιο ζήλο;
– Θα σας πω τώρα πώς πάνε οι γονείς τα παιδιά τους στην εκκλησία σήμερα.
Κατά την ακολουθία, οι γονείς βρίσκονται μέσα στον ναό και τα παιδιά παίζουν στην αυλή. Μόλις αρχίζει η Θεία Κοινωνία, η μητέρα βγαίνει και τραβάει το παιδί μέσα, λέγοντας: «Πάμε, ο παππούς θα σου δώσει τώρα το μέλι». Ένα τέτοιο παιδί δεν θα μεγαλώσει ως ορθόδοξο. Πρέπει να του λέμε απ’ την αρχή, μόλις ξεκινήσει να έρχεται στην εκκλησία, τι συμβαίνει εκεί και τι ακριβώς του δίνει ο ιερέας. Εάν του λέμε ότι αυτό είναι μέλι και γλυκό κρασί, τότε, όταν μεγαλώσει, θα χάσει το ενδιαφέρον του και θα το θεωρήσει άχρηστο.
Για παράδειγμα, όταν οι συγγενείς μου ή οι φίλοι μου φέρνουν σ’ εμένα κάποιο παιδί, το ρωτάω: «Θέλεις να είσαι καλό και όμορφο παιδί, να παίζεις ποδόσφαιρο καλά, να χορεύεις, να τραγουδάς και να είσαι καλός μαθητής;» Εκείνο μου απαντά, βέβαια, πως θέλει. Και τότε του λέω: «Για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να ζεις μαζί με τον Θεό. Και πώς γίνεται αυτό; Όταν εκκλησιάζεσαι, όταν κοινωνείς το Σώμα και το Αίμα Του, τα οποία κληροδότησε στην ανθρωπότητα».
Εάν το παιδί έχει αυτήν τη σωστή αγωγή, τότε όποιος και να γίνει θα είναι καλός άνθρωπος. Και ο Θεός τι θέλει από μας; Να είμαστε καλοί άνθρωποι ή απλώς πιστοί;
– Μάλλον και τα δύο. Όμως ο γραμματέας της αχτιδικής επιτροπής δεν θα μπορούσε να είναι πιστός άνθρωπος.
– Εγώ έζησα εκείνα τα χρόνια και μπορώ να πω ότι πολλοί γραμματείς των αχτιδικών επιτροπών ήταν κρυφοί πιστοί. Πολλοί ερχόντουσαν σ’ εμένα κι έλεγαν: «Πάτερ Αντώνιε, τι να κάνω, για να διορθώσω το φταίξιμό μου μπροστά στον Θεό;». Και τους απαντούσα: «Προσπαθήστε να κάνετε το εξής: Πάνω στο γραφείο σας έχετε κάποιο αίτημα. Εσείς γνωρίζετε ότι αυτή η αίτηση είναι δίκαιη, αλλά κάτι μέσα σας δεν σας αφήνει να βοηθήσετε αυτόν τον άνθρωπο. Όμως εσείς κάντε την προσπάθεια να ξεπεράσετε τον εαυτό σας και κάντε αυτό, για το οποίο σας παρακαλούν». Και πολλοί άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων κιόλας και των γραμματέων των αχτιδικών επιτροπών, έπρατταν όπως τους έλεγα. Επειδή η Αγία Γραφή λέει: «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ᾿ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21).
Δεν υπάρχει τέτοια αμαρτία, την οποία ο Διάβολος μπορεί να σε αναγκάσει να διαπράξεις, αν δεν το θέλεις ο ίδιος
– Και όμως, πάτερ Αντώνιε, γιατί θεωρείτε πως κατά τα σοβιετικά χρόνια οι άνθρωποι ήταν καλύτεροι;
– Μπορεί και να κάνω λάθος, αλλά τότε υπήρχαν λιγότερες άσχημες πληροφορίες και λιγότερα άσχημα νέα γύρω μας. Όλο αυτό ήταν προς το καλό του κόσμου. Ας πούμε, ποιο είναι το νόημα διάδοσης πληροφορίας ότι ανακάλυψαν μία οικογένεια κανιβάλων; Καθώς το ακούνε τόσο πιστοί άνθρωποι όσο και άπιστοι, τόσο αμαρτωλοί όσο και ηθικοί. Ο καλός άνθρωπος θα δεχτεί αυτήν την πληροφορία με θλίψη, ο άλλος, όμως, μπορεί να σκεφτεί να επαναλάβει κι εκείνος αυτήν την πράξη.
–Υπήρχαν λιγότεροι πειρασμοί;
– Οι πειρασμοί ήταν λιγότεροι και η αυστηρότητα περισσότερη. Επίσης, παλιά, στις οικογένειες υπήρχε περισσότερη χαρά κι ενότητα. Και σήμερα ο καθένας είναι μόνος του. Ο άνδρας είναι απασχολημένος με τα δικά του πράγματα, η γυναίκα με τα δικά της. Δεν αποτελούν πια ένα, γι’ αυτό και πολλαπλασιάστηκαν τα διαζύγια.
–Μήπως η αιτία διαζυγίων κρύβεται στις σύγχρονες ψηφιακές συσκευές, στους υπολογιστές; Σήμερα συχνά μπορείς να παρατηρήσεις μια εικόνα μέσα στην οικογένεια: Ο ένας είναι σ’ ένα κομπιούτερ, ό άλλος σε άλλο. Παλιά, τουλάχιστον, η τηλεόραση μπορούσε να συγκεντρώσει την οικογένεια.
-Ο πατήρ Ιωάννης (Κρεστιάνκιν) είχε μια καλή απάντηση σχετικά με αυτό το θέμα. Αν όλο αυτό υπάρχει, άρα το επέτρεψε ο Θεός. Είναι σίγουρο. Αλλά, ταυτόχρονα, ο Θεός επέτρεψε ο άνθρωπος να γίνει το πλέον εξελιγμένο πλάσμα. Ο άνθρωπος πρέπει να θέλει ο νους του να βρίσκεται σε κίνηση. Εάν σ’ εμποδίζει το κομπιούτερ, σβήσ’ το. Αλλιώς δεν είσαι «αφεντικό» του εαυτού σου. Δεν υπάρχει τέτοια αμαρτία, την οποία ο Διάβολος μπορεί να σε αναγκάσει να διαπράξεις, αν δεν το θέλεις ο ίδιος.
Παλιά οι άνθρωποι πήγαιναν επισκέψεις ο ένας στον άλλον, επικοινωνούσαν προσωπικά. Σήμερα μόνο μιλάνε στο τηλέφωνο. Ο καθένας είναι κλεισμένος στον εαυτό του. Ήρθε από τη δουλειά, έφαγε, ξάπλωσε, είδε τηλεόραση και κοιμήθηκε. Το πρωί σηκώθηκε και πάλι το ίδιο.
Ρωσία και Γεωργία
–Πάτερ Αντώνιε, κατά τη γνώμη σας, σε τι διαφέρει η Γεωργία από τη Ρωσία σήμερα; Ας πούμε, σχετικά με τα ήθη.
-Σχεδόν σε τίποτα. Αλλά σ’ εμάς ακόμα προσπαθούν να τηρούν τις παλιές παραδόσεις.
Μοιράζομαι τις απόψεις των παλαιότερων γενεών, οι οποίες βίωναν όλα τα σημαντικά γεγονότα της ζωής μέσα στα σπίτια τους. Θέλω ν’ αναφέρω λόγια μιας ηλικιωμένης κυρίας, όταν τη ρώτησα: «Γιατί δεν θέλεις να τελέσεις το μνημόσυνο στο εστιατόριο; Έτσι θα είναι ήσυχα στο σπίτι κι εσύ θα είσαι ήσυχη». Όμως εκείνη μου απάντησε: «Ο γιος μου εδώ γεννήθηκε, εδώ μεγάλωσε κι εδώ πρέπει να φαγωθεί το τελευταίο κομμάτι ψωμιού εις μνήμην του».
Είναι μάλλον ξεπερασμένες παραδόσεις, αλλά εδώ είναι ακόμα ζωντανές. Και είναι καλές παραδόσεις. Έτσι μεγάλωσαν οι γονείς μας. Και ό,τι και να γίνει, δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα έχω τον καλεσμένο στο σπίτι μου και δε θα τον περιποιηθώ εις το έπακρον. Πρέπει να φιλοξενήσω τον άνθρωπο στο σπίτι μου και ό,τι έχω, πρέπει να το μοιραστώ μαζί του.
Οι περισσότεροι Γεωργιανοί έχουν καλή διάθεση ως προς τη Ρωσία
– Δεν θα ήθελα ν’ ασχοληθώ με την πολιτική, αλλά είναι αδύνατο να μη σας ρωτήσω για τις σημερινές σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Γεωργίας. Είστε της άποψης ότι η σημερινή κατάσταση, αν όχι εχθρότητας σίγουρα δυσπιστίας της μίας έναντι της άλλης, είναι κάτι που πρόκειται να διαρκέσει επί μακρόν ή, ίσως, και για πάντα;
– Όχι.
–Γιατί θεωρείτε πώς όχι;
– Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα, με το οποίο ξεκινώ το βιβλίο μου «Μια μέρα από τη ζωή ενός ιερέα και άλλα διηγήματα». Αν μπορούμε να φανταστούμε ποτέ τη Θεία Ευχαριστία ξεχωριστά, δηλαδή το Σώμα χωριστά από το Αίμα, τότε μπορούμε να παραδεχτούμε ότι η Ρωσία μπορεί να ζήσει χωρίς τη Γεωργία και, αντίστροφα, η Γεωργία χωρίς τη Ρωσία. Αλλά δεν μπορούμε να χωρίσουμε την Ευχαριστία. Εάν η Ρωσία δίνει το αλεύρι για τα πρόσφορα, τότε η Γεωργία δίνει το σταφύλι για το κρασί.
–Ωστόσο, πάτερ Αντώνιε, από την άλλη πλευρά, οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Γεωργίας είναι ανθρώπινες, κοσμικές και όλα του κόσμου τούτου είναι παροδικά κι έχουν το τέλος τους.
-Συμφωνώ μαζί σας και θα σας απαντήσω ως ορθόδοξος ιερέας, με τα λόγια ενός Γεωργιανού ιστορικού και στοχαστή, του Πλάτωνα Ιοσελιάνι: «Οι καιροί περνάνε, οι άνθρωποι και τα γεγονότα αλλάζουν, όμως ο ναός του Θεού είναι ακατάλυτος κι αιώνιος».
Σήμερα, οι περισσότεροι Γεωργιανοί έχουν καλή διάθεση ως προς τη Ρωσία. Σας διαβεβαιώνω. Στις μέρες μέρες, ένας απ’ τους πλέον περιζήτητους προσκυνηματικούς και τουριστικούς προορισμούς για τους Ρώσους είναι η Γεωργία, η οποία πάντοτε φημιζόταν για τη φιλοξενία της. Και οι ίδιοι οι Ρώσοι τουρίστες νιώθουν αυτήν τη ζεστασιά, όταν έρχονται σ’ εμάς.
Μια φορά μου έκαναν την εξής ερώτηση: «Είστε όλοι τόσο πλούσιοι, που φιλοξενείτε έτσι τον κόσμο από τη Ρωσία;» Και τους είπα: «Έχετε σκεφτεί ποτέ το γεγονός ότι κι εμείς έχουμε οικογενειακό προϋπολογισμό; Και κάθε νοικοκύρης προϋπολογίζει τα οικονομικά για όλο τον μήνα. Για φανταστείτε το εξής: Περιμένω τον αγαπητό καλεσμένο μου από τη Ρωσία κι εγώ λέω στη σύζυγό μου ή κάποιον άλλον, που είναι υπεύθυνος για τα λεφτά στην οικογένειά μας, ότι πρέπει να κόψουμε λίγο τον μηναίο προϋπολογισμό μας, επειδή σύντομα θα έχουμε καλεσμένο και πρέπει να τον υποδεχτούμε όπως πρέπει. Και μπορεί σήμερα να στρώσαμε ένα πλούσιο τραπέζι για τον καλεσμένο μας, αλλά μετά θα περικόψουμε τον προϋπολογισμό μας για μια εβδομάδα». Μια τέτοια φιλοξενία είναι μέσα στο αίμα των Γεωργιανών και όσοι έρχονται σ’ εμάς το αισθάνονται.
Το μοναστήρι των Σπηλαίων στο Πσκοβ
–Επί σαράντα χρόνια ήσασταν πνευματικό τέκνο του πατρός Ιωάννη (Κρεστιάνκιν). Πώς ακριβώς γινόταν αυτό; Πηγαίνατε τακτικά στο μοναστήρι των Σπηλαίων του Πσκοβ;
-Ναι, κάθε χρόνο δυο ή τρεις φορές. Τότε δεν υπήρχε ανάγκη να βγάλουμε βίζα κι έτσι μπορούσαμε να πάμε ανά πάσα στιγμή. Μια φορά, όταν πήγα, οι πατέρες άρχισαν να μουρμουρίζουν: «Ήρθε πάλι, τώρα δεν θα δούμε τον γέροντα πριν να φύγει αυτός». Και όταν αυτή η κουβέντα έφτασε τον πατέρα Ιωάννη, εκείνους τους κάλεσε στο κελλί του και είπε: «Παιδιά μου, αυτός έρχεται μια φορά τον χρόνο, εσείς, όμως, κάθε μέρα είσαστε εδώ».
Ήταν η αγάπη ενσαρκωμένη. Όταν έφτανα εκεί, πάντα μου έλεγε: «Πώς είναι η μανούλα σου;» Ήξερε πως η μάνα μου ήταν αρνητική σχετικά με τον μοναχισμό και την ιεροσύνη μου, αλλά δέκα χρόνια πριν το θάνατό της, όταν με συνάντησε και ρώτησε την ίδια ερώτηση, μετά ξαφνικά πρόσθεσε: «Δεν θα πεθάνει πριν να γίνει μοναχή». Και όντως, πέντε μέρες πριν το θάνατό της, η μητέρα μου δέχτηκε την κουρά.
Και όταν σήμερα με ρωτούν: «Πάτερ Αντώνιε, τι γνώμη έχετε, ο πατήρ Ιωάννης θα καταταχθεί στους Αγίους;», είμαι εντελώς αδιάφορος γι’ αυτό. Εντελώς. Μου είναι σαφές, έτσι και αλλιώς, ότι είναι Άγιος. Ο πατήρ Ιωάννης, τόσο κατά τη ζωή του όσο και μετά τον θάνατό του, πραγματοποίησε τόσα θαύματα στη ζωή μου...
–Ποια θαύματα;
– Πρώτον, ο πατήρ Ιωάννης, μη γνωρίζοντας τη μητέρα μου, της απευθύνθηκε με τ’ όνομά της. Για πρώτη φορά εγώ και η μητέρα μου πήγαμε στο μοναστήρι την τεσσαρακοστή ημέρα κατόπιν της κοιμήσεως του επισκόπου Θεοδώρου. Η πλατεία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ήταν γεμάτη κόσμο και δεν επέτρεπαν την είσοδο στα σπήλαια. Ήμασταν μέσα στο πλήθος, η μητέρα μου, ο υποτακτικός μου κι εγώ, αλλά δεν είχαμε καμία ελπίδα να περάσουμε μέσα. Εδώ όλοι είναι Ρώσοι, ντόπιοι, ποιος να επιτρέψει να μπούμε εμείς; Κανείς δεν μας ξέρει.
–Η μητέρα σας ήταν Ρωσίδα;
– Η μάνα μου ήταν Ουκρανή, καταγόταν από το Κρασνοντάρ, από το γένος Ζαγκορούλκο. Λοιπόν, στεκόμαστε εκεί στην πλατεία, μέσα στο πλήθος του κόσμου, και ξαφνικά βλέπουμε πως όλοι αρχίζουν να κάνουν πέρα και να δημιουργούν έναν διάδρομο. Προχωρούσε με συνοδεία κάποιο γεροντάκι. Αυτός ήταν ο πατήρ Ιωάννης. Μαζί του ήταν ο τότε υποτακτικός του στο κελλί, ο Βανιούσα, νυν αρχιμανδρίτης Φιλάρετος. Κάποια στιγμή περνά ο πατήρ Ιωάννης από εμάς και ξαφνικά πιάνει το χέρι της μητέρας μου και λέει: «Φεοντόσιουσκα, έλα μαζί μου». Η μητέρα μού ομολόγησε αργότερα ότι εκείνην τη στιγμή της λύθηκαν τα γόνατα, από το γεγονός ότι ο γέροντας ήξερε το όνομά της.
Μετά έγινε αυτό το γεγονός, που είπε ότι «δεν θα πεθάνει πριν να γίνει μοναχή». Και πολλά άλλα περιστατικά, όπου πραγματοποιούνταν τα λόγια του πατρός Ιωάννη. Θεωρώ πως όλη η ζωή του είναι απόδειξη της αγιότητάς του.