Τμήμα τοιχογραφίας: Ο Σωτήρας ένθρονος. Βυζάντιο, 13ος αιώνας
Είναι βαρετή τέχνη;
– Η καλλιτεχνική κληρονομιά του Βυζαντίου αποτυπώνεται κυρίως στην αγιογραφία. Η εικόνα είναι συντηρητική, υπακούει σε αυστηρούς κανόνες. Μήπως αυτό σημαίνει ότι η βυζαντινή τέχνη είχε μείνει απλώς στάσιμη;
Είναι μύθος ότι η βυζαντινή τέχνη είναι στάσιμη και βαρετή.
Ποτέ δεν υπήρξε στάσιμη. Έχει χιλιόχρονη ιστορία, με τα σκαμπανεβάσματά της. Και οι εικονογραφίες δεν ήταν πάντοτε ίδιες: έχουν αναθεωρηθεί και συμπληρωθεί με νέες λεπτομέρειες, αποτυπώνοντας αυτά ή άλλα ιστορικά γεγονότα. Η εικόνα αφομοίωνε και τις θεολογικές διαμάχες που συνεχίζονταν στην αυτοκρατορία.
Η Υπαπαντή του Κυρίου, Βυζάντιο, 14ος αιώνας
– Και ο κανόνας;
Βεβαίως, το εικονογραφικό «δόγμα» ήταν πάντα σταθερό και αμετάβλητο. Αλλά εκεί προς τον 14ο αιώνα, στην ύστερη βυζαντινή περίοδο, η εικονογραφία γίνεται εξαιρετικά διευρυμένη – η πλοκή γίνεται πιο λεπτομερής – και όλο και περισσότερο «ομιλητική», λογοτεχνική, αφηγηματική. Το παράδοξο όμως είναι ότι μαζί με αυτήν τη δημιουργική της ποικιλομορφία χάνει την ακεραιότητά της, τον εσωτερικό πνευματικό της πυρήνα: μοιάζει να επισκιάζεται από αυτή την εξωτερική λεπτομερειακή ποικιλομορφία.
Η κλασική βυζαντινή εικόνα, από την άλλη, δε διαθέτει τόση «λογοτεχνικότητα», και αυτό συνιστά τη σπουδαιότερη σημασία της: μέσα στην απόλυτη απλότητά της, η βυζαντινή εικόνα είχε πετύχει τον πιο υψηλό βαθμό εκφραστικότητας.
Τμήμα ψηφιδωτού με απεικόνιση του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Ιερός Ναός της του Θεού Σοφίας. 9ος αιώνας
– Και πώς κατέστη δυνατό ώστε να διατηρηθεί τόση ομοιομορφία σε αυτήν την τεράστια αυτοκρατορία;
Σε διάφορες περιοχές της αυτοκρατορίας, οι εικονογραφικές σχολές εξελίσσονταν με το δικό τους τρόπο, αναπτύσσοντας το δικό τους στυλ. Ιδού ένα παράδειγμα: μετά τον 9ο αιώνα, όταν η αίρεση της εικονομαχίας είχε τελειώσει, η βυζαντινή τέχνη γνώρισε ακμή. Στην Κωνσταντινούπολη, για τον Ιερό Ναό της του Θεού Σοφίας, δημιουργείται η εικόνα της Παναγίας με το Βρέφος που κάθεται σε θρόνο και που πλαισιώνεται από δύο αρχαγγέλους, τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ. Πρόκειται για μια εκλεπτυσμένη εικόνα, με όμορφα αριστοκρατικά πρόσωπα. Διαποτίζεται κυριολεκτικά με μια λεπτότατη εσωτερική ποιητικότητα. Μια τέτοια εικόνα θα μπορούσε να εμφανιστεί μόνο στην πρωτεύουσα και, προφανώς, δημιουργήθηκε από αριστοκράτες, ευγενείς καλλιτέχνες.
Την ίδια εποχή περίπου, στη Θεσσαλονίκη λειτουργεί ένα άλλο καλλιτεχνικό κέντρο που φιλοτέχνησε με ψηφιδωτά τον τοπικό Ιερό Ναό της του Θεού Σοφίας. Στον τρούλο αυτού του Ναού βρίσκουμε τη σύνθεση «Η Ανάληψη του Χριστού»: ο Κύριος περιτριγυρισμένος από αγγέλους ανεβαίνει στον ουρανό. Ο Χριστός βρίσκεται μέσα σε κύκλο: είναι η λάμψη της Θείας δόξας, και ολόγυρά Του είναι τοποθετημένες οι μορφές των μαθητών Του και της Μητέρας Του. Σε αυτή την εικόνα δεν υπάρχει η κωνσταντινουπολίτικη φινέτσα. Η εικόνα φιλοτεχνήθηκε με κρουστική ισχύ και δυναμικότητα.
Το Βυζάντιο ανέδειξε σημαντικούς καλλιτέχνες, διάφορες καλλιτεχνικές σχολές, προσεγγίσεις και τεχνοτροπίες. Ως εκ τούτου, η τέχνη εδώ βρισκόταν διαρκώς σε εξέλιξη.
Ο Ιερός Ναός της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη
– Ο Ναός για τους Βυζαντινούς λειτουργούσε αποκλειστικά ως κέντρο θρησκευτικής ζωής;
Όχι, ήταν και ένα είδος κέντρου ενημέρωσης, πραγματική εγκυκλοπαίδεια. Μόλις έμπαινε κανείς μέσα, βρισκόταν σε έναν χώρο γεμάτο με διάφορες απεικονίσεις. Εδώ υπήρχαν εικόνες αγίων, στιγμιότυπα από το βίο τους και θέματα της βιβλικής ιστορίας, καμιά φορά ακόμα και σημαντικά γεγονότα της ιστορίας του κράτους: όλα αυτά διαμόρφωναν μια συγκεκριμένη κοσμοθεωρία, ένα θεμελιώδες σύνολο ιδεών για τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Εκτός από αυτό, ο ιερέας σχεδόν σε κάθε θεία λειτουργία έκανε κήρυγμα, το οποίο συχνά αφορούσε σε επίκαιρα προβλήματα της αυτοκρατορίας. Ορισμένοι ναοί διέθεταν τη δική τους βιβλιοθήκη. Μία από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες βρισκόταν στον Καθεδρικό Ναό της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Γενικώς, για την Αγία Σοφία αξίζει να αναφερθούμε ξεχωριστά, επειδή ο συγκεκριμένος Ναός έχει καταστεί κατά κάποιον τρόπο σύμβολο της βυζαντινής τέχνης. Σε αυτόν βρίσκουμε τα υψηλότερα δημιουργικά επιτεύγματα της αυτοκρατορίας. Ήταν ο μεγαλύτερος Ναός του Βυζαντίου. Το εσωτερικό του είναι ένας κολοσσιαίος χώρος, με πάρα πολλά παράθυρα, από τα οποία ολόκληρος ο Ναός κυριολεκτικά πλημμυρίζεται με ποτάμια φωτός. Και αυτές οι δεσμίδες φωτός σε κάθε συγκεκριμένη ώρα της ημέρας έχουν και συγκεκριμένη κατεύθυνση – τόσο επιδέξια είναι σχεδιασμένα.
Αναμφίβολα, ο Ναός της του Θεού Σοφίας αποτελεί παράδειγμα αρχιτεκτονικής ιδιοφυΐας. Δείτε τουλάχιστον τον περίφημο τρούλο, ο οποίος θεωρείται ο μεγαλύτερος στον κόσμο. Είναι πολύ βαρύς. Κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης, προκειμένου να εξουδετερωθεί η οριζόντια συνισταμένη της αντίδρασης, κρίθηκε αναγκαίο στις πλευρές του κύριου τρούλου να χτιστούν δύο ακόμη μισοί τρούλοι. Σε αυτούς τους δύο μισούς τρούλους κτίστηκαν τρείς επιπλέον σε κάθε πλευρά τους. Μόνο με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να εξουδετερώσουν το φορτίο του κεντρικού τρούλου.
«Εκατό χιλιάδες αποχρώσεις»
Χειρόγραφο. Από την έκθεση «Αριστουργήματα του Βυζαντίου». Φωτογραφία της Ιουλίας Μακοβεϊτσούκ
– Υπάρχει η άποψη ότι οι βυζαντινές εικόνες ποτέ δεν αντανακλούσαν την πραγματικότητα της μιας ή της άλλης εποχής. Ότι από την εικόνα, για παράδειγμα, είναι αδύνατο να μάθουμε πώς ντύνονταν οι Βυζαντινοί, σε τι είδους σπίτια ζούσαν κ.ο.κ. Είναι αυτό αλήθεια;
Όχι, αυτό δεν ισχύει. Ο καλλιτέχνης δεν είναι κάποια αφηρημένη ύπαρξη. Είναι ζωντανός άνθρωπος, ο οποίος, όταν δημιουργεί μια εικόνα, ενσωματώνει σε αυτήν ό, τι βλέπει γύρω του. Για παράδειγμα, από τις απεικονίσεις των αυτοκρατόρων σε τοιχογραφίες ή σε εικόνες μπορούμε κάλλιστα να διαμορφώσουμε άποψη για τις συνήθεις ενδυμασίες της αυλής. Εκτός αυτού, μπορούμε να αναγνωρίσουμε ακόμη και τα υφάσματα, από τα οποία ήταν φτιαγμένα.
Μελετώ αρχαία βυζαντινά χειρόγραφα εδώ και πολλά χρόνια. Όταν ανοίγεις ένα αρχαίο Ευαγγέλιο, πριν από την αρχή κάθε κειμένου, υπάρχει εικόνα του ευαγγελιστή που το έγραψε. Είναι συναρπαστικό να κοιτάς αυτές τις μικρογραφίες. Ας πούμε, ένας ευαγγελιστής κάθεται σε μια πολυθρόνα στο τραπέζι και γράφει. Πάνω στο τραπέζι υπάρχουν διάφορα αντικείμενα απαραίτητα για την εργασία: μαχαίρια, φτερά, χρώματα. Και στο ίδιο το τραπέζι υπάρχει μια ανοιχτή πόρτα, πίσω από την οποία μπορεί κανείς να δει εφεδρικές περγαμηνές, φιάλες με πολύχρωμο μελάνι, χρώματα, άλλους κώδικες. Υπάρχουν επίσης πάπυροι που βρίσκονται σε ένα ειδικό καλάθι. Ο καλλιτέχνης δεν τα φαντάστηκε όλα αυτά τα αντικείμενα. Ως άνθρωπος που εργαζόταν σε εργαστήριο αντιγραφής χειρογράφων, γνώριζε πολύ καλά πώς και με ποια εργαλεία δημιουργούνταν και γράφονταν τα βιβλία.
– Η εικονογράφηση χειρογράφων ήταν διαδεδομένη;
Ναι, στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία έδιναν πάντα μεγάλη προσοχή στην κουλτούρα του βιβλίου. Υπήρχαν μάλιστα περίοδοι που το χειρόγραφο κυριαρχούσε ως μορφή τέχνης έναντι όλων των άλλων. Μέχρι τις μέρες μας έχουν διασωθεί αρκετά χειρόγραφα από το δεύτερο μισό του 11ου αιώνα με εικονογραφήσεις που έχουν γίνει από τους καλύτερους καλλιτέχνες της εποχής. Χρησιμοποιούσαν πολύ λεπτά πινέλα, χάρη στα οποία κατάφερναν να δημιουργούν πολύ μικρές φιγούρες και πρόσωπα. Όταν τις κοιτάζεις με μεγεθυντικό φακό, μένεις κατάπληκτος: είναι φτιαγμένες λες και είναι ολοκληρωμένες τοιχογραφίες. Για να αποδώσω τη δεξιοτεχνία αυτών των απεικονίσεων χρησιμοποιώ την έκφραση «εκατό χιλιάδες αποχρώσεις».
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος της Θεσσαλονίκης, Βυζάντιο, 14ος αιώνας
Δεν είναι τυχαίο που στο Βυζάντιο η κουλτούρα του βιβλίου είχε βαρύνουσα σημασία. Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της αυτοκρατορίας, η επιρροή της διανοούμενης ελίτ ήταν πολύ καθοριστική. Υπήρχαν εποχές που τον θρόνο κατείχαν αυτοκράτορες που στήριζαν τις επιστήμες, τον πολιτισμό και την βιβλιοπαραγωγή. Με τα προσωπικά τους έξοδα παράγγελναν χειρόγραφα από εργαστήρια αντιγραφής, τα οποία στη συνέχεια τα χάριζαν σε μοναστήρια.
Γενικώς, η βυζαντινή κοινωνία ήταν πολύ μορφωμένη, με ένα εσωτερικό πνεύμα ελιτισμού και διανόησης. Σε μια τέτοια κοινωνία, ένας καλλιτέχνης ήταν υποχρεωμένος να είναι δεξιοτέχνης: το καλλιτεχνικό του έργο έπρεπε να ανταποκρίνεται στα εκλεπτυσμένα γούστα των Βυζαντινών.
– Και τι μπορούμε εμείς σήμερα να βρούμε σε αυτή την τέχνη που είναι ήδη τόσο μακριά από εμάς;
Αν ένας άνθρωπος είναι δεκτικός σε αυτές τις μορφές τέχνης, αν τον ελκύει ο χώρος των νοημάτων, νομίζω ότι όσο πιο βαθιά βυθίζεται σε αυτόν, τόσο περισσότερο θα σκέφτεται τον Θεό. Η βυζαντινή τέχνη τείνει προς την αγιότητα, προς το Θείο. Ανοίγει το δρόμο της ανθρώπινης ψυχής προς τον Θεό. Αλλά εάν είναι αδιάφορος για τον Δημιουργό, φοβάμαι ότι δε θα βρει τον εαυτό του στον χώρο της Αγίας Σοφίας.
Η επαφή με τη βυζαντινή τέχνη είναι μια γουλιά καθαρού, φρέσκου αέρα: η ψυχή νιώθει καλύτερα και φωτεινότερα. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε το κυριότερο: ο χριστιανισμός κηρύσσει ότι ο άνθρωπος καλείται να γίνει θεοειδής. Όπως είπε ο Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας: «Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός». Γι’αυτό η βυζαντινή τέχνη είναι τόσο πολύτιμη για κάθε πιστό: αυτή συντονίζει συνεχώς το νου με το Θείο.