Όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί γνωρίζουν τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο ως έναν εξαίρετο ασκητή και έναν από τους πιο έγκυρους ερμηνευτές της Αγίας Γραφής. Οι σύγχρονοί του τον αποκαλούσαν, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο, προφήτη της Συρίας. Ωστόσο, η ζωή του Οσίου δεν είχε πάρει αμέσως τον ίσιο δρόμο. Στα νιάτα του είχε πολύ ζωηρή ιδιοσυγκρασία και μερικές φορές βρισκόταν στα πρόθυρα πραγματικού εγκλήματος. Ο Όσιος έλεγε αργότερα ότι αιτία ήταν η τότε δυσπιστία του στην αγαθή Πρόνοια του Θεού που διευθετεί όλα τα γεγονότα στον κόσμο. Η πεποίθηση ότι όλα στη ζωή συμβαίνουν τυχαία παραλίγο να καταστρέψει τον μελλοντικό ασκητή, αλλά ο Κύριος του έδειξε την επενέργεια της Πρόνοιάς Του, αν και με έναν πολύ ασυνήθιστο τρόπο.
Μια μέρα, ο Εφραίμ ξεκίνησε για ταξίδι, αν και θα ήταν ακριβέστερο να πούμε περιπλάνηση, γιατί δεν είχε συγκεκριμένο στόχο στο μυαλό του. Στη διάρκεια της διαδρομής του διανυκτέρευσε σε ένα χωράφι ενός φιλόξενου βοσκού, μαζί με τον οποίο ήπιαν κρασί, μέθυσαν και αποκοιμήθηκαν. Τη νύχτα λύκοι επιτέθηκαν στο κοπάδι και άρπαξαν τα πρόβατα. Το πρωί οι ιδιοκτήτες-κτηνοτρόφοι κατηγόρησαν τον περιπλανώμενο για κλοπή ζώων και τον έσυραν στο εδώλιο του δικαστηρίου. Ο Εφραίμ εμφανίστηκε ενώπιον του δικαστή και προσπάθησε να εξηγήσει τι πραγματικά είχε συμβεί. Αμέσως μετά από αυτόν, έφεραν έναν άνδρα που είχε κατηγορηθεί για μοιχεία με μια γυναίκα, η οποία είχε διαφύγει και είχε κρυφτεί. Ο δικαστής ανέβαλε τη διερεύνηση των δύο υποθέσεων με την εντολή και οι δύο κατηγορούμενοι να οδηγηθούν στη φυλακή. Εκεί μαζί τους βρέθηκε και ένας χωρικός που είχε συλληφθεί για φόνο. Αλλά, όπως ο Εφραίμ δεν ήταν κλέφτης προβάτων, έτσι και ο άνδρας που οδηγήθηκε μαζί με τον Εφραίμ δεν ήταν μοιχός, ούτε ο χωρικός ήταν δολοφόνος.
Την όγδοη ημέρα της σύλληψής του, εμφανίστηκε στον Εφραίμ σε όνειρο ένας και του είπε: «Να είσαι ευσεβής και θα καταλάβεις την Πρόνοια. Ανακάλεσε στη μνήμη σου τι έχεις σκεφτεί και τι έχεις κάνει στη ζωή σου. Τότε με το δικό σου παράδειγμα θα διαπιστώσεις ότι οι άνθρωποι που έχουν συλληφθεί και βρίσκονται τώρα μαζί σου δεν υποφέρουν άδικα, αν και είναι αθώοι για τα αδικήματα που τους καταλογίζονται».
Όταν ξύπνησε, ο Εφραίμ άρχισε να σκέφτεται το όραμα και να αναζητάει στη μνήμη του τα παραπτώματά του. Ξαφνικά θυμήθηκε ότι, όταν είχε βρεθεί κατά το παρελθόν στο ίδιο χωριό, είχε κάνει μια άσκοπη ζαβολιά να βγάλει μέσα στη νύχτα από το μαντρί στο χωράφι την αγελάδα ενός φτωχού ανθρώπου. Η αγελάδα ήταν έγκυος και εξαντλήθηκε από το κρύο. Στο χωράφι την έπιασε ένα θηρίο και την κατασπάραξε.
Σοκαρισμένος από την εικόνα της Πρόνοιας του Θεού που του αποκαλύφθηκε, ο Εφραίμ διηγήθηκε αμέσως στους άλλους κρατούμενους το όνειρό του και τις ξεχασμένες ενοχές του. Η ιστορία τούς έκανε μεγάλη εντύπωση και άρχισαν κι αυτοί να ανακαλούν στη μνήμη τους γεγονότα: ο αγρότης είχε δει έναν άνθρωπο να πνίγεται στο ποτάμι και παρόλο που θα μπορούσε να τον βοηθήσει, δεν το έκανε. Ο κάτοικος της πόλης θυμήθηκε ότι κάποτε είχε συνεργαστεί με τους κατήγορους μιας συκοφαντημένης γυναίκας, μιας χήρας. Τα αδέλφια της την είχαν κατηγορήσει για μοιχεία. Με δικαστική απόφαση της αφαίρεσαν την κληρονομιά του πατέρα τους και ένα μέρος της κληρονομιάς το έδωσαν στον μάρτυρα για ψευδορκία.
Ο Όσιος Εφραίμ περιγράφει τις εντυπώσεις του από τις εξομολογήσεις που έκαναν οι συμπάσχοντες μαζί του με τον εξής τρόπο: «Με αυτές τις ιστορίες άρχισα να συντρίβομαι· γιατί σε όλο αυτό υπήρχε μια κάποια σαφής ανταμοιβή. Αν ήμουν μόνος μου, θα νόμιζα, ίσως, ότι όλα αυτά που μου συνέβησαν ήταν απλώς ανθρώπινα. Όμως, και οι τρεις μας είχαμε την ίδια μοίρα... Καθώς κοιμήθηκα μια άλλη φορά, βλέπω στο όνειρο τον ίδιο να μου λέει: «Αύριο θα δείτε αυτούς εξαιτίας των οποίων σας έχει απευθυνθεί η κατηγορία και θα απαλλαγείτε από τη συκοφαντία εις βάρος σας».
Στη συνέχεια προσήχθησαν, «κατά τύχη», στο δικαστήριο για άλλες υποθέσεις οι πραγματικοί υπαίτιοι των εγκλημάτων, για τα οποία είχαν φυλακιστεί οι συγκρατούμενοι του Εφραίμ. Στη διάρκεια της δίκης, ο δικαστής διαπίστωσε την αλήθεια για τα παραπάνω εγκλήματα. Πέρα από αυτό, την παραμονή της δίκης του Εφραίμ, είχε διοριστεί το ίδιο «τυχαία» ένας νέος δικαστής, ο οποίος πάλι «κατά τύχην» καταγόταν από τον ίδιο τόπο που είχε ξεκινήσει να περιπλανιέται ο νεαρός Εφραίμ. Αυτός ο νέος δικαστής «έτυχε» να είναι πολύ γνωστός στους γονείς του Εφραίμ, είχε επισκεφτεί αρκετές φορές το σπίτι τους και τον θυμόταν ως παιδί. Η ιστορία τελείωσε με το να απελευθερωθούν οι αθώοι από τη φυλακή και να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Και ο ίδιος ο Εφραίμ, μετά από σχεδόν εβδομήντα ημέρες στη φυλακή, πίστεψε για το υπόλοιπο της ζωής του ότι δεν υπάρχουν τυχαιότητες στη ζωή και ότι κάθε αμαρτία που διαπράττεται έχει την ανταπόδοσή της.
Έτσι ξεκίνησε η ζωή αυτού που σήμερα είναι γνωστός σε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς του κόσμου ως ο Όσιος Εφραίμ της Νίσιβης, ο προφήτης της Συρίας.