Φωτογραφία: Hu Chen on Unsplash
Είμαστε φίλες εδώ και πολύ καιρό. Αυτή η γιατρός ήταν για πάρα πολλά χρόνια διευθύντρια της γυναικολογικής κλινικής στην περιοχή μας. Όμως, η εκκλησία ήταν το μέρος όπου βρισκόμασταν πιο συχνά. Πηγαίναμε στον ίδιο ιερέα για εξομολόγηση. Τώρα, λόγω ηλικίας, είναι δύσκολο να συνεχίσει να εργάζεται ως διευθύντρια. Δέχεται απλώς ασθενείς, συμβουλεύει, θεραπεύει, παρακολουθεί εγκυμοσύνες και προσπαθεί να αποτρέψει γυναίκες από τις αμβλώσεις. Και κάθε φορά που πηγαίνω για ιατρικό ραντεβού ή την συναντώ στο πάρκο κοντά στο σπίτι μας, δεν μπορώ να σταματήσω να την ακούω, καθώς μιλάει με τόσο ενδιαφέρον και έμπνευση για το δουλειά της. Μοιράστηκα μαζί της την χαρά μου που η κόρη μου η Μάσα είχε αριστεύσει στις Γενικές Κρατικές Εξετάσεις* στην χημεία και την βιολογία και θέλει οπωσδήποτε να γίνει χειρουργός. Και αυτή μου διηγήθηκε πώς η ίδια διαχειρίστηκε παρόμοια κατάσταση:
– Στην πραγματικότητα, ήμουν παθιασμένη με την ενδοκρινολογία. Παρακολουθούσα μάλιστα ένα προαιρετικό εργαστήρι. Στο δεύτερο έτος των σπουδών, μας επέτρεψαν να εργαζόμαστε ως νοσοκομειακές καθαρίστριες. Έτσι, χωρίς δεύτερη σκέψη, πήγα σε νοσοκομείο. Στην ενδοκρινολογική κλινική, φυσικά. Εκεί τα βλέπεις όλα από μέσα. Ειδικά, όταν έχεις βάρδια. Κανείς δεν έχει ιδέα τι συμβαίνει εκεί τη νύχτα. Και ξέρεις, δεν μπόρεσα. Ήταν τελείως διαφορετικά. Όχι όπως τα λένε στη θεωρία. Δεν μπορούσα να δουλέψω εκεί. Έφυγα. Άρχισα να πηγαίνω σε εργαστήρι νευρολογίας. Είχε πολύ ενδιαφέρον να μελετάς όλες τις λεπτομέρειες για τα αντανακλαστικά.
Είχα κρύψει από τους γονείς μου ότι πήγα να δουλέψω. Αυτό ήταν αδιανόητο για αυτούς. Γιατί να δουλεύω, ενώ σπουδάζω; Εν τω μεταξύ, τότε μπορούσα ήδη να εργάζομαι ως νοσοκόμα. Βρήκα δουλειά στην νευρολογική κλινική. Θα μου έδιναν και μισθό. Και να που μπαίνουμε στους θαλάμους. Παλαιότερα εκεί είχαν έξι ασθενείς σε κάθε θάλαμο. Και όλοι τους κατάκοιτοι. Δεν μπορούσες να τους μιλήσεις, να τους ρωτήσεις πού πονάνε, τι ενοχλήσεις έχουν. Μπροστά σου έβλεπες μόνο τις διαγνώσεις και τις εντολές των ιατρών. Παραιτήθηκα μετά από ένα μήνα. Δεν μου ταίριαζε. Καταλαβαίνω ότι δεν πρέπει να μιλάω έτσι. Αλλά δεν ήταν για μένα, δεν θα μπορούσα να αντέξω εκεί. Ξέρεις, στη δουλειά μας, εκτός από τις γνώσεις, πρέπει να έχεις και διαίσθηση. Να νιώθεις με όλο σου το είναι ότι πρέπει να ψάξεις εδώ, να ελέγξεις εκεί.
Από μικρή έλεγα ότι θέλω να γίνω παθολόγος. Όπως η θεία μου η Βάλια. Και ποιος είναι ο παθολόγος; Είναι αυτός που, χωρίς να δει τι έχεις μέσα σου, μπορεί να διαγνώσει την ασθένειά σου. Έχει μια ιδιαίτερη διαίσθηση. Οπότε, μάλλον, έψαχνα σε ποιον τομέα θα ενεργοποιούνταν η διαίσθησή μου. Έτσι έφτασα στο τέταρτο έτος. Όταν είχαμε πρακτική άσκηση στη γυναικολογία, μας πήγαν στο μαιευτήριο.
Ήμουν ένα κορίτσι «θερμοκηπίου». Πολύ αδαής σε θέματα γενετήσιας αγωγής. Και να που την πρώτη μέρα στην πρακτική είχαμε γέννα. Εγώ, μια άσχετη, στέκομαι και κοιτάζω μια γυναίκα να γεννάει. Και ίσως ο Κύριος τα είχε φέρει όλα τόσο ταιριαστά. Η πρώτη μου εμπειρία ήταν ιδανική.
Μάλλον, ακριβώς εγώ έπρεπε να δω ακριβώς αυτό. Αυτό το αγόρι που γεννήθηκε το έχω μπροστά στα μάτια μου μέχρι και σήμερα. Γεννήθηκε πολύ εύκολα και αβίαστα. Άρχισε να κλαίει και να κουνιέται τόσο έντονα που κοκκίνισε. Τον έπλυναν, τον τύλιξαν σε μια πάνα και μια κουβέρτα. Η μαμά του ήταν και αυτή καλά. Στην πραγματικότητα, δεν είναι και το πιο ευχάριστο θέαμα, ειδικά αν βλέπεις γέννα για πρώτη φορά. Αλλά δεν με τρόμαξαν ούτε το αίμα, ούτε ο πλακούντας που βγήκε λίγο μετά τη γέννηση του μωρού. Αυτό το παιδί με συνεπήρε ολόκληρη. Τόση ζωή, τόση δύναμη υπήρχε σε όλη αυτή τη διαδικασία!
Δεν κοιμήθηκα όλη νύχτα. Και κατάλαβα ότι μάλλον έπρεπε να πάω στη γυναικολογία. Και συγκεκριμένα στη μαιευτική. Παρεμπιπτόντως, είχα δουλέψει για πολύ καιρό σε μαιευτική κλινική. Και αυτά ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου. Ό,τι και να συμβαίνει εκεί περιβάλλεται πάντα από κάποιο φως και κάποια αγνότητα. Καταλαβαίνεις; Και είμαι σίγουρη ότι το επάγγελμά μου είναι το καλύτερο στον κόσμο. Γι' αυτό, η Μάσα ας μην κάνει σχέδια. Ας μαθαίνει και ας παρατηρεί τον εαυτό της και αυτό που της δείχνει... ο Θεός.