Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Να συγχωρούμε τον πλησίον μας

Η παραβολή των δύο υιών. Ζωγράφος: Ανδρέας Μιρόνοβ, 2012 Η παραβολή των δύο υιών. Ζωγράφος: Ανδρέας Μιρόνοβ, 2012

Ως ιερέας συναντώ αρκετά συχνά ανθρώπους με βαθιά ριζωμένη μνησικακία και απροθυμία να συγχωρήσουν ακόμα και τους πιο κοντινούς και οικείους ανθρώπους.

Αυτό το συναντά κανείς ιδιαίτερα σε παιδιά της ίδιας οικογένειας, που μαλώνουν για την κληρονομιά των γονιών τους και σταματούν να επικοινωνούν μεταξύ τους για χρόνια, αν όχι για όλη τους τη ζωή, θεωρώντας ότι έχουν αδικηθεί.

Οι άνθρωποι με ριζωμένη την μνησικακία συχνά πιστεύουν στον Θεό, επισκέπτονται εκκλησίες, ακούνε κηρύγματα για την ανάγκη να συγχωρούν τους συνανθρώπους, εξομολογούνται και μάλιστα παίρνουν την ευχή να κοινωνούν

Την ίδια στιγμή, αυτοί οι άνθρωποι συχνά πιστεύουν στον Θεό, επισκέπτονται εκκλησίες, ακούνε κηρύγματα για την ανάγκη να μην κατακρίνουν και να συγχωρούν τους συνανθρώπους χάρη της σωτηρίας, εξομολογούνται και μάλιστα παίρνουν την ευχή να κοινωνούν, αν και δεν ενημερώνουν τον ιερέα για την πικρία τους.   

Η εμπειρία δείχνει ότι γενικά η πιο έντονη πικρία, που συνοδεύεται από ζήλια, κατάκριση και κακία, προκύπτει και επιτείνεται μεταξύ των πιο κοντινών ανθρώπων με αφορμή την κληρονομιά.

Σκέφτομαι την ευαγγελική παραβολή με τον άσωτο υιό που επέστρεψε και τον αδελφό του που αναστατώθηκε και πικράθηκε τόσο με τον πατέρα του που τον είχε συγχωρέσει, όσο και με τον μετανοημένο αδελφό του (βλ. Λκ. 15: 11–32).

Από ό,τι φαίνεται, ο ίδιος υπολόγιζε να γίνει ο μοναδικός διαχειριστής της πατρικής περιουσίας, και η επιστροφή του αδελφού του και η υποδοχή του από τον πατέρα του τον εμπόδιζαν. Στην ιστορία αποσιωπάται το αν ο μεγαλύτερος αδελφός μπόρεσε να συγχωρήσει πραγματικά τον μικρότερο και αν έδωσε σημασία στα λόγια του πατέρα του που τον νουθετούσε: «Παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό, τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός κι αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε» (Λκ. 15: 32). Είναι αμφίβολο...

Ο ίδιος ο Κύριος αρνήθηκε να κρίνει αυτούς που είχαν διαμάχη για την κληρονομιά, λέγοντας ότι δεν ήρθε για αυτό, εφιστώντας την προσοχή στην επιδίωξη της Βασιλείας των Ουρανών δια της απελευθέρωσης από τις αμαρτωλές προσκολλήσεις στον μάταιο αυτό κόσμο.

«Κάποιος από το πλήθος είπε στον Ιησού: «Διδάσκαλε, πες στον αδερφό μου να μοιράσουμε την κληρονομιά μας». Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Άνθρωπέ μου, εγώ δεν είμαι δικαστής για να χωρίζω την περιουσία σας». Και στο πλήθος είπε: «Να προσέχετε και να φυλάγεστε από κάθε είδους πλεονεξία, γιατί τα πλούτη, όσο περίσσια κι αν είναι, δε δίνουν στον άνθρωπο την αληθινή ζωή» (Λκ.12: 13-15).

Υπήρχε και ένας πλούσιος νεαρός, ο οποίος δεν θέλησε να ακολουθήσει τον Χριστό, επειδή δεν ήθελε να εγκαταλείψει την πλούσια περιουσία του. Προτίμησε τα προσωρινά γήινα πλούτη αντί για τον αιώνιο και ουράνιο θησαυρό.

«Ο Ιησούς του απάντησε: «Αν θέλεις να γίνεις τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις» (Μτ. 19: 21-22).

Εάν το θέμα της κληρονομιάς προκαλεί διαμάχες, αντιπαραθέσεις, άρνηση του Θεού και του πλησίον, εχθρότητα που φτάνει μέχρι και φόνου και άλλα σοβαρά εγκλήματα, σημαίνει ότι αυτό δεν είναι τόσο και αποκλειστικά υλικό, όσο πνευματικό, ηθικό πρόβλημα, ένα πρόβλημα που αποτελεί πολύ περίπλοκο εμπόδιο στο δρόμο της σωτηρίας του ανθρώπου.

Είναι κατανοητό ότι το θέμα δεν είναι η ίδια η υλική κληρονομιά. Η κληρονομιά δεν είναι κακό από μόνη της, όπως, άλλωστε, δεν είναι και καλό. Οποιαδήποτε υλικά αγαθά είναι από ηθική άποψη ουδέτερα. Αυτά είναι απλώς εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο για το κακό όσο και για το καλό, τόσο του εαυτού μας όσο και των συνανθρώπων μας.

Επομένως, η κληρονομιά δεν είναι η πρωταρχική αιτία της πικρίας και της εχθρότητας. Είναι μια εξωγενής αφορμή που προκαλεί την εμφάνιση αυτών. Είναι αυτό που ευνοεί ώστε αυτές να εκδηλωθούν στις ανθρώπινες σχέσεις.

Οι πηγές της πικρίας κρύβονται στην ανθρώπινη καρδιά, από την οποία, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, «βγαίνουν πονηρές σκέψεις» (Μτ. 15:19).

Η ρίζα της πικρίας βρίσκεται στην στάση της καρδιάς απέναντι στην κληρονομιά και στη θέση που αυτή καταλαμβάνει στην ανθρώπινη ψυχή. Αν αυτή η θέση είναι υψηλότερη από την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, τότε αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει δυστυχία – πνευματική πτώση στον γκρεμό της κατάκρισης.

Συχνά οι άνθρωποι έρχονται στην εξομολόγηση και παραδέχονται με ειλικρίνεια: «Καταλαβαίνω ότι πρέπει να τους συγχωρώ όλους, αλλά έναν συγγενή μου δεν μπορώ να τον συγχωρήσω. Με άφησε χωρίς κληρονομιά».

Τι να πεις σε έναν τέτοιο άνθρωπο; Ποιες λέξεις να διαλέξεις, ώστε να συνειδητοποιήσει την καταστροφική δύναμη της πικρίας του και να βρει τη δύναμη να συγχωρήσει ή τουλάχιστον να προσπαθήσει να το κάνει;

Πρώτα απ' όλα, πρέπει να υπενθυμίσουμε στον άνθρωπο τα λόγια του Κυρίου και Δασκάλου μας:

«Πατέρα μας… Συγχλωρησε τις αμαρτίες μας, γιατί κι εμείς συγχωρούμε όλους όσοι μας φταίνε» (Λκ. 11: 4)

«Αν όμως δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα» (Μτ. 6: 15)

«Κι όταν στέκεστε να προσευχηθείτε, να συγχωρείτε αν έχετε κάτι εναντίον οποιουδήποτε» (Μκ. 11: 25).

«Ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, νε δίνετε ευχές σ’ αυτούς που σας δίνουν κατάρες, να ευεργετείτε αυτούς που σας μισούν, και να προσεύχεστε γι’ αυτούς που σας κακομεταχειρίζονται και σας καταδιώκουν» (Μτ. 5: 44).

Όμως, δεν θα είναι αρκετή μια απλή υπενθύμιση των λόγων του Σωτήρα σε έναν άνθρωπο που έχει εγκλωβιστεί στην πικρία. Πρέπει να του εξηγήσουμε γιατί η πικρία που κρατάει μέσα του είναι τόσο επικίνδυνη και επιβλαβής για τον ίδιο, για την ψυχή και την καρδιά του, για την προσωπική του σωτηρία.

Αν δεν το κάνουμε αυτό, τα λόγια του Ευαγγελίου θα τα προσλάβουν ως «βαριά και δυσβάσταχτα φορτία» (Μτ. 23: 4), ως πολύ υψηλές, αλλά στην πραγματικότητα ανέφικτες απαιτήσεις.

Από αυτή την εσφαλμένη αντίληψη είναι αρκετά εύκολο να περάσει κανείς σε καθησυχαστικές σκέψεις ότι κανείς δεν ζει έτσι, ότι όλοι, ακόμη και οι χριστιανοί, πικραίνονται, ζηλεύουν, εχθρεύονται μεταξύ τους για ζητήματα κληρονομιάς. Και αφού όλοι κάνουν κάτι τέτοιο, ίσως ο Κύριος θα λυπηθεί και εμένα μαζί με όλους τους άλλους και θα με συγχωρήσει για το ότι δεν συγχωρώ. Υπάρχουν και πολύ πιο βαριά αμαρτήματα.

Οι άνθρωποι συνηθίζουν την πικρία, συμβιβάζονται με αυτήν, έτσι ώστε γίνεται σχεδόν μέρος της αυτοσυνείδησής τους, ενώνεται με την προσωπικότητά τους

Έτσι, με την αυτοδικαίωση, η πικρία με την πάροδο του χρόνου γίνεται χρόνια ασθένεια της ανθρώπινης ψυχής. Οι άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση γνωρίζουν ότι πρέπει να συγχωρούν, αλλά δεν μπορούν να συγχωρήσουν. Η πικρία έχει ριζώσει πολύ βαθιά μέσα τους και κυριεύει πλήρως τις καρδιές τους. Την συνηθίζουν, συμβιβάζονται με αυτήν, έτσι ώστε γίνεται σχεδόν μέρος της αυτοσυνείδησής τους, ενώνεται με την προσωπικότητά τους. Χωρίς αυτήν δεν μπορούν πλέον να φανταστούν τον εαυτό τους, ζουν με την πικρία, εμπνέονται και παρηγορούνται από αυτήν, απολαμβάνουν το αίσθημα της ορθότητάς τους.

Για να θεραπευτεί ο άνθρωπος από την ασθένεια της πικρίας, πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσει ότι αυτή δεν είναι μια συνηθισμένη, ευρέως διαδεδομένη κατάσταση, αλλά μια προσωπική τραγωδία και συμφορά, μια θανατηφόρα ασθένεια, την οποία πρέπει να καταπολεμήσει με όλες του τις δυνάμεις.

Η πικρία δεν είναι πρόβλημα εκείνου που μας πίκρανε. Είναι αποκλειστικά πρόβλημα αυτού που πικραίνεται. Για την κατάσταση της πικρίας δεν ευθύνεται αυτός που πίκρανε, αλλά αυτός που πικραίνεται. Είναι αποκλειστικά και μόνο δική του ευθύνη ενώπιον του Θεού.

Πρέπει να εξηγήσουμε στον άνθρωπο ότι η πικρία που κουβαλάει μέσα του βλάπτει αποκλειστικά τον ίδιο, όπως ένα δηλητήριο που αποθηκεύεται στον οργανισμό και δεν αποβάλλεται από αυτόν.

Το δηλητήριο της πικρίας διαβρώνει, καταστρέφει την ψυχή από μέσα, την στερεί ισορροπίας και ηρεμίας, την βυθίζει στην οργή και τον θυμό, στη θλίψη και την ακηδία. Όταν φέρουμε μέσα μας την πικρία χωρίς να την καταπολεμάμε, υπονομεύουμε τις ψυχικές και σωματικές μας δυνάμεις, βλάπτουμε με τα ίδια μας τα χέρια την υγεία μας, συντομεύουμε τη ζωή μας στη γη.

Αυτό είναι προφανές και δεν χρειάζεται αποδείξεις. Αρκεί να κοιτάξουμε μέσα μας για να το διαπιστώσουμε. Η πικρία στερεί από τον άνθρωπο την ηρεμία, συσκοτίζει την ψυχή, απομακρύνει την καρδιά από τον Θεό, δηλητηριάζει τη ζωή μας.

Η συγχώρεση, η πραγματική συγχώρεση, όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη, αντιθέτως, θεραπεύει τον άνθρωπο, του επιστρέφει την εσωτερική ηρεμία, τον καθιστά ψυχικά ολοκληρωμένο και ισορροπημένο και τον επανασυνδέει πνευματικά με τον Θεό.

Συνήθως οι άνθρωποι αντιδρούν σε αυτά τα λόγια ως εξής: «Πώς μπορώ να συγχωρήσω, αν ο θύτης μου δεν έχει δίκιο, αν μου έχει κάνει τόσα κακά;»

Αυτό που έκαναν οι άλλοι είναι δική τους ευθύνη ενώπιον του Θεού. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις αμαρτίες του ενώπιον του Ουράνιου Κριτή. Ο θύτης θα λογοδοτήσει για το ότι πίκρανε. Το θύμα θα λογοδοτήσει για το ότι πικράθηκε, κατέκρινε και δεν συγχώρεσε.

Ο πικραμένος πρέπει να σταματήσει να κατηγορεί αυτόν που τον πίκρανε και να δικαιολογεί έτσι τον εαυτό του. Αυτός είναι ένας δρόμος που δεν οδηγεί πουθενά. Πρέπει να μεταφέρετε και να επικεντρώσετε την ψυχική σας προσοχή στον εαυτό σας και στη δική σας αμαρτία, για την οποία είστε προσωπικά υπεύθυνοι.

Είναι ανόητο να δικαιολογείς τις αμαρτίες του ενός επικαλούμενος τις αμαρτίες του άλλου: την αμαρτία της πικρίας σου να την δικαιολογείς με την αμαρτία της αδικίας εκ μέρους του πλησίον σου. Για κάποιο λόγο, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι αν τους έχουν αδικήσει, έχουν κάθε δικαίωμα για πικρία και κατάκριση. Δεν έχουμε τέτοιο δικαίωμα εμείς, οι άνθρωποι. Οι αμαρτίες και τα εγκλήματα των άλλων, όποιοι και αν είναι, δεν δικαιολογούν τις αμαρτίες και τα εγκλήματα που διαπράττονται ως αντίποινα.

Στην πνευματική ζωή δεν ισχύει ο κανόνας «Όποιος άρχισε πρώτος, αυτός έχει άδικο». Έχουν άδικο όλοι όσοι αμαρτάνουν, παραβιάζοντας τις εντολές του Θεού. Και αυτοί που άρχισαν κάτι, και αυτοί που το συνέχισαν ως μια μορφή αντίδρασης. Και δεν έχει σημασία ποιος ήταν ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος κ.λπ. Εδώ ισχύει ένας άλλος κανόνας: «Η αλλαγή της σειράς των πρωταγωνιστών δεν αλλάζει την αξιολόγηση των πράξεών τους». Ο καθένας είναι υπεύθυνος για ό,τι έχει κάνει.

Ο κάθε άνθρωπος οφείλει να φροντίζει για αυτά που εξαρτώνται από αυτόν, για αυτά που αυτός, και όχι κάποιος άλλος, φέρει την πραγματική, προσωπική ευθύνη, δηλαδή την ευθύνη για την ψυχή του, για την ηθική της κατάσταση και την κοινωνία της χάριτος του Θεού.

Το πρωταρχικό καθήκον του καθενός είναι να κάνει τα πάντα για να μην υπάρχει τίποτα στην ψυχή του που να την εμποδίζει να είναι ναός του Θεού. Με άλλα λόγια να μην υπάρχει στην ψυχή τίποτα το ακάθαρτο, το άδικο, το υποκριτικό και το κακό, τίποτα το αντίθετο με το θέλημα του Θεού.   

Ο Κύριος δεν μπορεί να κατοικεί εκεί όπου υπάρχουν υπερηφάνεια και κενοδοξία, εκνευρισμός και πικρία, φθόνος και οργή, κατάκριση και κακία, θλίψη και ακηδία.

Ο Κύριος χρειάζεται αγνές και απλές, ταπεινές και πράες καρδιές, καρδιές που μετανοούν και συγχωρούν, ελεούν και αγαπούν.

Σε αυτό συνήθως αντιδρούν με το: «Θέλω να συγχωρήσω, αλλά δεν μπορώ. Πώς να το κάνω; Είναι δυνατόν;»

Σε αυτό μπορεί να απαντήσει κανείς με τα λόγια του Χριστού: «Αυτό είναι αδύνατο για τους ανθρώπους· για τον Θεό όμως όλα είναι δυνατά» (Μτ. 19: 26)».

Ωστόσο, αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Πρέπει να εξηγήσουμε πώς μπορεί ο άνθρωπος να κάνει πράξη αυτά τα λόγια στην πνευματική του ζωή.

Ο ίδιος ο άνθρωπος, που είναι θανάσιμα άρρωστος με τα αμαρτωλά πάθη, δεν μπορεί να θεραπεύσει τον εαυτό του. Θα ήταν τρέλα για αυτόν να βασίζεται στις ψυχικές του δυνάμεις. Σε αυτό, παρεμπιπτόντως, εντοπίζεται το «αδύναμο σημείο» όλων των ψυχολογικών μεθόδων αυτοβελτίωσης του ανθρώπου, που υπόσχονται τη λύση όλων των ψυχικών του προβλημάτων.

Μόνο ο Κύριος μπορεί να απαλλάξει τον άνθρωπο από τις ψυχικές ασθένειες. Ωστόσο, ο Κύριος, ως Γιατρός, χρειάζεται, πρώτον, ο άνθρωπος να συνειδητοποιήσει την ασθένειά του, την πνευματική του διάγνωση, δεύτερον, να απευθυνθεί ο ίδιος σε Αυτόν για βοήθεια και θεραπεία, και, τρίτον, να συνεργαστεί ενεργά και υπάκουα μαζί Του σε αυτό το έργο.

Ο πιστός, για να καταπολεμήσει την πικρία του, πρέπει να την αναγνωρίσει ως δικό του, αδικαιολόγητο βαρύ αμάρτημα

Αυτό σημαίνει ότι ο πιστός, για να καταπολεμήσει την πικρία του, πρέπει, πρώτον, να την αναγνωρίσει ως δικό του, αδικαιολόγητο βαρύ αμάρτημα, δεύτερον, να ζητήσει να του συγχωρέσει ο Θεός αυτό το αμάρτημα, όπως και να απαλλάξει την ψυχή του από αυτό το καταστροφικό πάθος, και, τρίτον, να προσεύχεται στον Κύριο για τους θύτες του, να μην τους καταριέται, αλλά να τους ευλογεί, να μην τους εύχεται κακό, αλλά καλό.

Αν τα δύο πρώτα βήματα είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση οποιουδήποτε αμαρτήματος, το τρίτο προσφέρεται κυρίως για την υπέρβαση και την εξάλειψη του πάθους της πικρίας στην ανθρώπινη καρδιά.

Όταν το κάνουμε αυτό, ανοίγουμε τον εαυτό μας στην ευλογημένη παρέμβαση του Θεού, και τότε ο ίδιος ο Κύριος αρχίζει να συνεργεί και να μας βοηθά.

Στην αρχή, φυσικά, είναι δύσκολο. Μοιάζει λες και ο άνθρωπος τσακίζει τον εαυτό του. Στην πραγματικότητα, όμως, τσακίζει την φιλαυτία και την υπερηφάνειά του, μαθαίνει να αγαπά όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του (βλ. Μκ. 12: 31).

Στο βαθμό που ο άνθρωπος καλλιεργεί μέσα του την ικανότητα να προσεύχεται με κάθε ευκαιρία για τους θύτες του, η ψυχή του απελευθερώνεται από τα δεσμά κοσμικών προσβολών, αρχίζει να αναπνέει ευχάριστα και να ζει με όλες τις δυνάμεις της.

Γι’ αυτό, οι εντολές του Χριστού για την αγάπη προς τους εχθρούς, για την προσευχή υπέρ των θυτών, για την ευλογία αυτών που μας καταριούνται δεν είναι απλώς υψηλές, ασύμβατες με τον κόσμο ηθικές απαιτήσεις.

Αποτελούν πρακτικό και συγκεκριμένο οδηγό για δράση, Θείες οδηγίες για εφαρμογή στην πνευματική μας ζωή.

Όσο οι Θείες οδηγίες εφαρμόζονται και υλοποιούνται στην ηθική πρακτική, αυτές γίνονται φυσικός τρόπος ζωής του χριστιανού που φροντίζει για την καθαρότητα και την υγεία της ψυχής του.

Χωρίς αυτό δεν θα μπορέσουμε να απελευθερώσουμε τις καρδιές μας από τα θανατηφόρα αμαρτωλά πάθη. Πρέπει να αγαπάμε τους εχθρούς μας, να κάνουμε καλές πράξεις σε όσους μας μισούν, να προσευχόμαστε για όσους μας προσβάλλουν, να ευλογούμε όσους μας καταριούνται, για να είμαστε ελεύθεροι από την πικρία και όλες τις αμαρτίες που συνδέονται με αυτήν.

Ο ιερέας οφείλει να τα εξηγεί όλα αυτά στον άνθρωπο που έρχεται για εξομολόγηση ή για συζήτηση, να τον προσεγγίζει με τρόπο που στο ερώτημα «Τους συγχωρείτε όλους, δεν κρατάτε κακία σε κανέναν;» να μπορεί να απαντήσει με μετάνοια και ειλικρίνεια με ένα «Ναι».

Ιερέας Ταράσιος Μποροζένετς
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

Pravoslavie.ru

10/31/2025

×