Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ο γέροντας Άβελ: εύχομαι να σωθούμε όλοι

Ο Νικόλαος Μακεντόνοφ (το κοσμικό όνομα του γέροντα) γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου του 1927 σε μια ευσεβή αγροτική οικογένεια στην περιοχή Ριαζάν. Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη στερήσεις. Όπως τα περισσότερα παιδιά της σοβιετικής εποχής, γνώρισε την πείνα και τον πόλεμο. Το 1942, λόγω πολέμου διακόπηκε η κοσμική του εκπαίδευση. Πρόλαβε να τελειώσει μερικές τάξεις δημοτικού. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, ο Νικόλαος ήταν υπεύθυνος για όλα τα οικιακά και τα μικρότερα παιδιά της οικογένειας, καθώς από το πρωί μέχρι το βράδυ οι γονείς του ήταν απασχολημένοι με τις εργασίες στα μετόπισθεν. Τελικά, ο πατέρας του κλήθηκε στο μέτωπο και η μητέρα του πέθανε. Ο Νικόλαος έβρισκε παρηγοριά στην εκκλησία, επισκεπτόμενος τα κοντινά μοναστήρια, διαβάζοντας τις Αγίες Γραφές και βίους των αγίων. Η βαθιά πίστη του δεν μπορούσε να μείνει κρυφή από τους συνομήλικούς του, οπότε τον αποκαλούσαν «Νικόλας-ο μοναχός».

Το 1944, μαζί με τον φίλο του Μπορίς Ρότοφ (τον μελλοντικό μητροπολίτη Νικόδημο), ο Νικόλαος άρχισε να υπηρετεί ως υποδιάκονος στον αρχιεπίσκοπο Ριαζάν Δημήτριο (Γκράντουσοφ). Τον Νοέμβριο του 1945, χειροτονείται διάκονος και κείρεται μοναχός με το όνομα Άβελ, προς τιμήν του δίκαιου Άβελ. Αργότερα, έλεγε σχετικά: «Ο Σεβασμιώτατος όρισε να χειροτονηθώ, μάλλον με ανάγκασε, εγώ δεν το επιθυμούσα πολύ, όχι επειδή δεν ήθελα, απλά θεωρούσα τον εαυτό μου κάπως απροετοίμαστο, εξάλλου ήμουν νέος, 18 χρονών. Εγώ του ζήτησα να γίνω μοναχός, αλλά όχι και ιερέας. Εκείνος με ανάγκασε να δώσω τη συγκατάθεσή μου. Όταν τελικά συμφώνησα και περίμενα πότε ο Σεβασμιώτατος θα προχωρήσει σε αυτά, τότε άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι θα γινόταν η χειροτονία μου».

Δύο χρόνια αργότερα χειροτονείται ιερομόναχος. Ένα χρόνο μετά τη χειροτονία του, μαζί με τον φίλο του Μπορίς, ακολουθεί τον ιεράρχη του στην επισκοπή Γιαροσλάβλ, όπου υπηρετεί σε διάφορες ενορίες για δέκα χρόνια. Ο διορατικός επίσκοπος προέβλεψε ότι ο πατήρ Άβελ προς το τέλος της ζωής του θα είχε το διακόνημα του γέροντα. Μέχρι τότε, όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, του απονεμήθηκε το οφφίκιο του ηγουμένου και από τον πνευματικό του καθοδηγητή εκάρη μεγαλόσχημος. Όλα αυτά τα χρόνια υπηρετεί με αφοσίωση και αγάπη τον Θεό και τους ανθρώπους. Ο λαός εκτιμούσε και αγαπούσε τον πατέρα Άβελ. Αυτό δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από τις σοβιετικές αρχές. Οι «διώξεις του Χρουστσόφ» δεν τον άφησαν αλώβητο. Στον Τύπο ξεκίνησε μια εκστρατεία συκοφαντίας εναντίον του και τον μετέθεσαν σε μια απομακρυσμένη ενορία στην περιοχή της Ριανζάν.

Εκεί υπηρετούσε σε διάφορες ενορίες. Εν τω μεταξύ του απονεμήθηκε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτη. Κατόπιν σύστασης του παιδικού του φίλου, του μητροπολίτη Νικόδημου (Ρότοβ), το 1970, μαζί με τον ιερομόναχο Βησσαρίωνα (Οσταπένκο), ο αρχιμανδρίτης Άβελ πηγαίνει στο Άγιο Όρος, στην Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος. Εκείνη την εποχή το μοναστήρι βρισκόταν σε ελεεινή κατάσταση, η αδελφότητα ήταν μικρή, οι ηλικιωμένοι μοναχοί έφταναν στο τέλος της ζωής τους. Τον πρώτο χρόνο της παραμονής του στην Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονα, ο πατήρ Άβελ διακονούσε στη μοναστηριακή βιβλιοθήκη, στο γραφείο και στο σκευοφυλάκιο. Στη διάρκεια αυτού του έτους, επικοινωνούσε καθημερινά με τον ηγούμενο του μοναστηριού, αρχιμανδρίτη Ηλιανό (Σορόκιν), που είχε καρεί μοναχός πριν ακόμα την επανάσταση, και ασκούνταν από αυτόν στο πνεύμα της αρετής και της ταπεινότητας. Ο γέροντας Ηλιανός του είχε προφητεύσει υπαινικτικά την επιστροφή του στην πατρίδα (κάτι που συνέβη στη συνέχεια).

Μετά το θάνατο του ηγουμένου, η αδελφότητα εκλέγει τον πατέρα Άβελ ως νέο της ηγούμενο. Ωστόσο, η Κοινότητα του Αγίου Όρους δεν αποδέχτηκε αυτή την εκλογή, διορίζοντας στη θέση του ηγουμένου τον αρχιμανδρίτη Γαβριήλ (Λεγκάτς) (που στη συνέχεια βοηθούσε τον πατέρα Άβελ με πνευματικές συμβουλές).

Το 1974, ο αρχιμανδρίτης Άβελ πήγε στην πατρίδα του με σκοπό να συμβάλει στην εισροή νέων μοναχών στο μοναστήρι. Αποτέλεσμα αυτού του ταξιδιού ήταν η άφιξη στο μοναστήρι των ιερέων Ιππολύτου (Χάλιν) και Ηλία (Νοζντρίν), που στη συνέχεια έγιναν Ρώσοι γέροντες.

Το 1975, ο πατήρ Άβελ εκλέχθηκε για δεύτερη φορά ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονα. Αυτή τη φορά η Κοινότητα έδωσε τη συγκατάθεσή της. Όπως διηγιόταν για εκείνη τη δύσκολη περίοδο, «για τρία χρόνια λειτουργούσα μόνος μου αδιάκοπα. Οι ιερές ακολουθίες ξεκινούσαν εκεί πολύ νωρίς, τη νύχτα. Λειτουργείς τη νύχτα, αλλά είχαμε και την εσπερινή ακολουθία μετά. Είχαμε όμως και τους άρρωστους και τους κατάκοιτους. Ώσπου να τους επισκεφτείς όλους με το σταυρό, επιστρέφεις στο κελί, αλλάζεις τα βρεγμένα ρούχα και σκέφτεσαι: μήπως τουλάχιστον σήμερα δεν θα έρθει κανείς... Και βλέπεις να έρχονται, τη μια από τον κυβερνήτη, την άλλη από το υπουργείο, ή πρέσβεις ή και άλλοι. Μόλις αποχαιρετήσεις τους πρώτους, αμέσως εμφανίζονται οι άλλοι. Και μετά ακούς να χτυπούν οι καμπάνες: πρέπει να πάς για την εσπερινή ακολουθία, και στη συνέχεια για τη νυχτερινή...»

Το 1978, ο αρχιμανδρίτης Άβελ ταξίδεψε στη Ρωσία για να συμμετάσχει στην κηδεία και την ταφή του φίλου και συμπροσευχητή του, του μητροπολίτη Νικόδημου (Ρότοφ). Δεν κατάφερε να επιστρέψει στο Άγιο Όρος. Ο πατήρ Άβελ υπέφερε πολύ από τον αποχωρισμό του από το Άγιο Όρος, αλλά με μοναχική ταπείνωση δέχτηκε ότι αυτό είναι «τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ρωμ. 12: 2). Ταυτόχρονα, έδωσε εντολή στους εγκαταβιούντες στην Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονα να υπακούουν σε όλα στον ηγούμενο Ιερεμία (Αλιόχιν). Στη ζωή του Αρχιμανδρίτη Άβελ ξεκινά, πλέον, μια νέα φάση: η διακονία του στη γη της Ριαζάν.

Αρχικά διορίστηκε πνευματικός της Μητρόπολης και επίτιμος Προϊστάμενος του Ιερού Καθεδρικού Ναού της Ριαζάν. Τον Μάιο του 1989 διορίστηκε ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Περιφέρεια Ριαζάν, η οποία ήταν ερειπωμένη. Το μοναστήρι έπρεπε να αναστηλωθεί και να ευπρεπιστεί. Ο πατήρ Άβελ δεν φοβόταν τις δυσκολίες, έχοντας στο ενεργητικό του χρόνια ασκητικής ζωής στο Άγιο Όρος σε δύσκολες συνθήκες. Αφού τέλεσε την πρώτη Θεία Λειτουργία στον μισοερειπωμένο ναό του μοναστηριού, παρέμεινε να φυλάει την Αγία Τράπεζα, στην οποία τελέστηκε η Αναίμακτη Θυσία, καθώς εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχαν ούτε παράθυρα ούτε πόρτες στον ναό.

Με το που ανέλαβε την ηγουμενία, φρόντιζε πρώτα απ' όλα για την προσευχητική διάθεση στο μοναστήρι και για την πνευματική κατάσταση των αδελφών. Όταν οι μοναχοί πλησίαζαν το πρωί για να λάβουν την ευλογία του, ενδιαφερόταν ειλικρινά για τις υποθέσεις τους. Από το Άγιο Όρος έφερε μια ιδιαίτερη αγάπη για την Παναγία και καθιέρωσε να τελούνται αγρυπνίες για τις εορτές της Παναγίας. Ταυτόχρονα, ομολογούσε: «Σχεδόν κάθε βράδυ βλέπω το Άγιο Όρος στον ύπνο μου». Ως αληθινός μοναχός και μεγαλόσχημος, μάλιστα, ως βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος, αναθρεμμένος από ανθρώπους της παλιάς, προεπαναστατικής σχολής, ο πατήρ Άβελ αγαπούσε τις ιερές ακολουθίες, μεταδίδοντας αυτή την αγάπη και την ευλαβική του στάση για τις ιερές ακολουθίες και στην αδελφότητα. Όπως μαρτυρούσε ένας από τους αδελφούς της Μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, «για τον παππούλη η λατρεία ήταν, αναμφίβολα, η καρδιά, το κέντρο, ο πυρήνας των πάντων, και, για να είμαστε ακριβείς, η λατρεία ήταν αυτή που του έδινε δυνάμεις πάντα».

Ο πατήρ Άβελ ήταν διαθέσιμος προς όλους τους ανθρώπους και ενδιαφερόταν για τις υποθέσεις τους. Ένας άλλος αδελφός της Μονής του σημείωνε: «Όταν μιλούσε με κάποιον, έδινε την εντύπωση ότι αφοσιωνόταν πλήρως σε αυτόν τον άνθρωπο. Ένιωθες ότι για τον πατέρα Άβελ δεν υπήρχε τίποτα άλλο και κανένας άλλος. Μόνο εσύ και τα προβλήματά σου». Αυτό το εκτιμούσαν τόσο οι μοναχοί όσο και οι λαϊκοί. Οι πιστοί άρχισαν να συρρέουν σε αυτόν για πνευματικές συμβουλές. Ο ίδιος ο παππούλης το σχολίαζε αυτό ως εξής: «Έρχονται άνθρωποι από παντού και μου λένε ότι έχουν προβλήματα. Εγώ τους λέω: «Αγαπητή μου, πόσο ενδιαφέρον θα είχε αν ερχόσουν και μου έλεγες: παππούλη, είμαστε τόσο καλά που ήρθαμε να σας ζητήσουμε να τελέσουμε μια ευχαριστήρια προσευχή για να εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεό, επειδή είμαστε τόσο καλά! Όταν όλα είναι καλά για σας, δεν θυμάστε ούτε τον Θεό, ούτε κανέναν. Αλλά όταν τα πράγματα είναι άσχημα, τότε έρχεστε. Πάλι καλά, δόξα τω Θεώ, τουλάχιστον έτσι έρχεστε. Πρέπει να καταλάβετε ότι εκτός από το να ζητάτε από τον Θεό, καλό είναι και να Τον ευχαριστείτε και να μην το παρακάνετε μόνο με αιτήματα για βοήθεια. Ο Θεός σας βοηθά, αλλά αντί να Τον ευχαριστείτε, να κρατάτε την ευγνωμοσύνη στην καρδιά σας, τα αποδίδετε όλα στον εαυτό σας...» Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους, αλλά οι αληθινοί πιστοί γίνονται όλο και λιγότεροι. Μου άρεσε να είμαι στην παρέα των πιστών, εκεί κάθε μέρα εμπλουτίζεσαι πνευματικά και ηθικά και αποκτάς ακόμη και εμπειρία. Τώρα όμως...»

Στα κηρύγματά του, μεταξύ άλλων, δίδασκε τους πιστούς: «Πριν κάνετε κάτι, σκεφτείτε πώς θα το έκανε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός... Ο Θεός κυβερνά τα πάντα, δίνει ζωή σε όλα και διαθέτει τα πάντα. Και να θυμάστε μια για πάντα, γράψτε στις πλάκες της καρδιάς και του νου σας ότι τίποτα δεν συμβαίνει χωρίς τη θέληση του Θεού, ακόμη και αυτό που μας φαίνεται κακό. Ο άνθρωπος δεν θα σκοντάψει χωρίς το θέλημα του Θεού. Τα πάντα πρέπει να τα εκλαμβάνουμε ως Θεία Πρόνοια... Για να διορθωθούμε, μας στέλνει κάθε είδους δοκιμασίες και συμφορές. Γι' αυτό, να δεχόμαστε τα πάντα από τον Θεό με υπακοή. Να αναζητούμε μέσα μας την αιτία: «Άρα, είμαι ένοχος για κάτι». Για τι όμως; Έχουμε πολλά ελαττώματα, πρέπει να διορθωθούμε... Το μόνο που επιθυμώ για όλους, όπως και για τον εαυτό μου, είναι η σωτηρία. Εύχομαι να σωθούμε όλοι. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι για τον παράδεισο, για τη Βασιλεία του Θεού. Πηγαίνετε, αναζητήστε τους δρόμους σας.

Μην θυμώνετε. Ο Κύριος θα μας ζητήσει λόγο με αυστηρότητα. Μην θυμώνετε, αλλά να συγχωρείτε και να καλύπτετε τα πάντα με αγάπη, ώστε και ο Κύριος να μας καλύψει με τη συγχώρεσή Του. Να ζείτε με αμοιβαία αγάπη... Μόλις ξεχάσουμε ότι ο φύλακας άγγελος είναι δίπλα μας, ο διάβολος αρχίζει αμέσως να μας μπερδεύει. Πρέπει πάντα να ζητάμε: «Άγγελέ μου, μην με αφήνεις!» Πρέπει να ζούμε έτσι ώστε να μην προσβάλλουμε τους ανθρώπους και να μην απομακρύνουμε τον φύλακα άγγελο από εμάς. Να ζείτε και να εργάζεστε την σωτηρία σας.

Μην θυμώνετε, αλλά να συγχωρείτε και να καλύπτετε τα πάντα με αγάπη, ώστε και ο Κύριος να μας καλύψει με τη συγχώρεσή Του

Αγαπητοί μου, θέλω να καταλάβετε... στην Τελευταία Κρίση, θα είναι ορατό σε όλους, όπως σε μια μεγάλη οθόνη, τι έκανε ο καθένας, τι σκέφτηκε. Όλα θα καταγραφούν και όλος ο κόσμος θα τα δει. Αυτό είναι το τρομακτικό. Γι' αυτό η Κρίση είναι Φοβερή. Φυσικά, όσοι έζησαν εν αληθεία δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Όλοι θα πλησιάσουν τον Χριστό. Και όσοι δεν έζησαν εν αληθεία, θα προσπαθήσουν να κρυφτούν για να μην είναι ορατοί. Γι' αυτούς έχει ετοιμαστεί το σκοτάδι...

Ο Κύριος θα μας τα συγχωρήσει όλα, αν εγκαταλείψουμε την αμαρτία μας. Όλη η ζωή μας πρέπει να είναι αφιερωμένη στο να συμφιλιωθούμε με τον Θεό. Και να συμφιλιωθούμε σημαίνει να λάβουμε συγχώρεση για τις αμαρτίες και τα λάθη μας. Ο Κύριος στο Ευαγγέλιο λέει: αν δεν συγχωρήσεις τον θύτη σου, τότε και ο Θεός δεν θα συγχωρήσει τις αμαρτίες σου. Αλλά ταυτόχρονα, είναι πολύ δύσκολο να συγχωρήσεις. Εδώ ο διάβολος αρχίζει αμέσως να σου υπαγορεύει σκέψεις για να σε κάνει πιο σκληρό και μνησίκακο, με το να σου λέει ότι ο άλλος σου φέρθηκε άσχημα, ότι σου προκάλεσε ανεπανόρθωτη ζημιά. Σε μια τέτοια στιγμή πρέπει να θυμόμαστε κάτι άλλο. Ναι, αυτός ο άνθρωπος με πρόσβαλε βαθιά, μου στέρησε όλη μου την περιουσία, το καλό μου όνομα, με ατίμασε. Αλλά και εγώ είμαι ένοχος, κι εγώ έχω προσβάλει κάποιον και, χωρίς να το καταλάβω, έχω πει ψέματα και συκοφαντίες για κάποιον άλλο. Πρέπει με πλήρη ταπεινότητα, με πλήρη συντριβή, με πλήρη πίστη να δουλεύουμε πάνω στην ψυχή μας, όπως ο αγρότης πάνω στο χωράφι του».

Ο Κύριος προίκισε τον γέροντα, εκτός από το χάρισμα της αγάπης, με το χάρισμα της διορατικότητας και της διάκρισης. Όταν πλέον ησύχαζε, συνέχιζε να καθοδηγεί πνευματικά τους αδελφούς και τους προσκυνητές. Ένας από τους αδελφούς έλεγε αργότερα ότι ο γέροντας Άβελ ήταν για αυτούς «και πατέρας και μητέρα και νταντά». Ήταν άνθρωπος της προσευχής, θυμόταν εκατοντάδες ονόματα και τις συνθήκες της ζωής των ανθρώπων, και προσευχόταν για όλους ενώπιον της Αγίας Τράπεζας. Τον επισκέπτονταν πολλοί προσκυνητές από όλα τα μέρη της Ρωσίας και από άλλες χώρες. Δεχόταν επισκέψεις και από το Άγιο Όρος. Λίγο πριν από την κοίμησή του, ο γέροντας έλαβε τον τίτλο του «Επίτιμου Πολίτη της πόλης Ριαζάν».

Μετά από βαριά ασθένεια, ο αρχιμανδρίτης Άβελ (στην μεγαλόσχημη κουρά του έλαβε το όνομα Σεραφείμ) κοιμήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 2006. Ο Αγιότατος Πατριάρχης Αλέξιος Β΄ έστειλε στο μοναστήρι ένα μήνυμα, στο οποίο έγραφε: «Πιστεύω ότι για την αφοσιωμένη διακονία του στην Εκκλησία και την Πατρίδα θα ακούσει από τον Ουράνιο Πατέρα την ελεήμονα πρόσκληση: «εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Μτ. 25: 21)». Είθε ο Κύριος να αναπαύσει την ψυχή του γέροντα Άβελ εν σκηνές δικαίων!

Αλεξάνδρα Καλινόβσκαγια
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

Sretensky Monastery

12/5/2025

×